Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- Αβασγός ο.
-
- Κάτοικος της Αβασγίας:
- (Πανάρ. 7616).
[<τοπων. Αβασγία + κατάλ. ‑ός. Η λ. τον 6. αι. (DGE, λ. ‑οί)]
- Κάτοικος της Αβασγίας:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[<τοπων. Αβασγία + κατάλ. ‑ός. Η λ. τον 6. αι. (DGE, λ. ‑οί)]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |