Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σίαλος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σίαλος ο [síalos] & σίελος ο [síelos] Ο19 : (λόγ., ιατρ.) το σάλιο.

[λόγ. < αρχ. σίαλος, ελνστ. σίελος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες