Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κυματώδης
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κυματώδης -ης -ες [kimatóδis] Ε11 : (μετεωρ.) για υδάτινη επιφάνεια που ταράσσεται από κύματα: H θάλασσα θα είναι ~ έως τρικυμιώδης.

[λόγ. < αρχ. κυματώδης `όπου σπάνε τα κύματα΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες