Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μεταστάς ο [metastás] Ο γεν. μεταστάντος, αιτ. μεταστάντα, πληθ. μεταστάντες θηλ. μεταστάσα [metastása] Ο γεν. μεταστάσης : (λόγ., επίσ.) για νεκρό άνθρωπο.
[λόγ. μεταστάς, θηλ. μεταστάσα < μτχ. αορ. του αρχ. ρ. μεθίστημι, μεθίσταμαι `περνώ΄, ελνστ. σημ.: `πεθαίνω΄]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μετάσταση η [metástasi] Ο33 : 1. (ιατρ.) μετατόπιση της ασθένειας από ένα σημείο του οργανισμού σε άλλο: Εκδηλώθηκε ~ του καρκίνου από το πάγκρεας στο στομάχι. 2. (σπάν.) μεταστροφή, αλλαγή: Iδεολογική / πολιτική ~ κάποιου.
[λόγ. < αρχ. μετάστα(σις) `μεταφορά της θέσης της νόσου΄ -ση με εξειδίκευση της σημ. κατά το νλατ. metastasis (στη νέα σημ.) < αρχ. μετάστασις]
[Λεξικό Κριαρά]
- μετάστασις η.
-
- (Προκ. για την Παναγία) αναχώρηση από αυτή τη ζωή για την άλλη, κοίμηση:
- (Παϊσ., Ιστ. Σινά 1054).
[αρχ. ουσ. μετάστασις. Η λ. και σήμ. (‑η)]
- (Προκ. για την Παναγία) αναχώρηση από αυτή τη ζωή για την άλλη, κοίμηση: