Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μερών
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
μερών(ν)ω,
βλ. ημερώνω.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μερώνω [meróno] -ομαι Ρ1 : (λαϊκότρ.) ημερώνω.

[μσν. μερώνω < ημερώνω με αποβ. του αρχικού άτ. φων.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες