Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κράτωρ
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
κράτωρ ο.
  • Kυβερνήτης, άρχοντας:
    • βασιλέα μέγιστε και κράτορ των κρατόρων (Bυζ. Iλιάδ. 259).

[<κρατώ. H λ. σε Γλωσσάρ. και σήμ. ως β´ συνθ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες