Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κλεψιγαμία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κλεψιγαμία η [klepsiγamía] Ο25 : (λόγ.) η μοιχεία. || (έκφρ.) τέκνα εκ κλεψιγαμίας.

[λόγ. < μσν. κλεψιγαμία < κλεψίγαμ(ος) -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες