Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εναλλαγή
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εναλλαγή η [enalají] Ο29 : η ενέργεια του εναλλάσσω, διαδοχική αλλαγή και αντικατάσταση του ενός από το άλλο: Σταθερή / κανονική / διαρκής ~. H ~ ημέρας και νύχτας. H ~ τονισμένων και άτονων συλλαβών. H ~ των μεγαλύτερων κομμάτων στην εξουσία. || (βιολ.) ~ της ύλης, μεταβολισμός.

[λόγ. < ελνστ. ἐναλλαγή `ανταλλαγή, ποικιλία΄ & σημδ. γαλλ. alternance, alternation]

[Λεξικό Κριαρά]
εναλλαγή η.
  • 1) Αλλαγή, μεταβολή:
    • την εξαίφνης εις χαράν εναλλαγήν του θρήνου (Καλλίμ. 2179).
  • 2) Ποικιλία:
    • των λαχάνων τας πολλάς εναλλαγάς (Καλλίμ. 1837).
  • 3) Καθαίρεση και αντικατάσταση:
    • θεωρώντες την … λύπην του μοναστηρίου … διά την εναλλαγήν … εις τον πνευματικόν (Βλαστού, Επιστ. 177).

[μτγν. ουσ. εναλλαγή. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες