Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτεπίγνωση
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αυτεπίγνωση η [aftepíγnosi] & αυτοεπίγνωση η [aftoepíγnosi] Ο33 : η επίγνωση του εαυτού μας, των αδυναμιών, των ελαττωμάτων, των προτερημάτων μας· η αυτογνωσία: Έχω ~ και το γεγονός αυτό με έχει βοηθήσει πολύ στη ζωή μου.

[λόγ. αυτ(ο)-, αυτο- + επίγνω(σις) -ση]

[Λεξικό Γεωργακά]
αυτεπίγνωση [aftepíγnosi] η, (L) (& αυτοεπίγνωση)
:
  • ο φόβος είναι μεγάλος βοηθός του ανθρώπου στο δρόμο προς τη γνώση και την ~ (Kanellop) |
  • έχει μέσα του αναπτυγμένη την ~ και τον αυτοέλεγχο (Chourmouzios) |
  • η ανάμνηση του έργου του Winckelmann .. έβγαινε στη συνείδηση και καλούσε την αρχαιολογία σε αυτοεπίγνωση (Karouzos) |
  • αποκαλύπτει την αδιάκοπη ανησυχία του ανθρώπου, .. αλλά και την ηρωική του ~ (Stamelos)

[fr kath (neol: Koumanoudis) αυτεπίγνωσις, cpd w. επίγνωσις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες