σημαίνον [signifier]

σημαίνον [signifier]

Η μία από τις δύο όψεις που συνιστούν το γλωσσικό σημείο , και συγκεκριμένα, η ακουστική εικόνα, δηλαδή η μορφή μιας λέξης . Π.χ. στο γλωσσικό σημείο μήλο η ακουστική εικόνα [milo] αποτελεί το σημαίνον.

Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)