Epitome of the Kriaras Dictionary

Go

Search options

Basket

Results for: Ζούμπρος
1 item total
ζούμπρος ο.
  • Είδος μεγαλόσωμου άγριου βοοειδούς:
    • ζούμπρον ζώον και πάρδαλιν (Παράφρ. Χων. 433).

[<παλαιότ. σλαβ. zăbră. Για τη λ. βλ. Meyer, NS II 29, λ. ζούμπαρα. Τ. ζόμβρος στο L‑S Suppl.· βλ. και LBG]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go