Εργαλεία 

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας 

 

(ii) Κατηγορηματική Μετοχή

§5.11. Κατηγορηματική μετοχή λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται ως κατηγορούμενο ή κατηγορηματικός προσδιορισμός (βλ. §2.13.) του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρήματος και καταλαμβάνει την συνηθισμένη για ένα κατηγορηματικό προσδιορισμό θέση, βρίσκεται δηλαδή (όταν αναφέρεται σε έναρθρο ουσιαστικό) είτε πριν από το άρθρο του ουσιαστικού που προσδιορίζει είτε μετά το ουσιαστικό (ἤκουσεν ἔργα ἀνδρὸς διαχειριζόμενον τὸν Κῦρον, εἶχον τὰς ἀσπίδας ἐκκεκαλυμμένας).

§5.12. Ως κατηγορούμενο χρησιμοποιείται η μετοχή όταν το κατηγόρημα αποδίδεται, ενδεχομένως για να τονιστεί η σημασία του, περιφραστικά με τη χρήση των ρημάτων εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω, όπως λ.χ. στις εξής περιπτώσεις:

ΗΡΟΔ 9.16 ἦν δὲ τὸ δεῖπνον ποιεύμενον ἐν Θῄβῃσι || το δείπνο έγινε στις Θήβες.

ΘΟΥΚ 3.2.2 ἃ μεταπεμπόμενοι ἦσαν || αυτά που είχαν παραγγείλει.

ΞΕΝ ΚΑναβ 4.7.2 συνελυληθότες ἦσαν αὐτόσε καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ κτήνη πολλά || είχαν συναθροιστεί σε κείνο το μέρος και άνδρες και γυναίκες και πολλά ζώα.

ΠΛ Γοργ 500c τί ποτ' ἐστὶν οὗτος ἐκείνου διαφέρων || σε τι λοιπόν διαφέρει αυτός από εκείνον.

ΔΗΜ 18.95 τοῦτο ὑπάρχειν ὑμᾶς εἰδότας ἡγοῦμαι || πιστεύω ότι σίγουρα το γνωρίζετε αυτό.

ΣΟΦ Φιλ 772-723 μὴ σαυτόν θ' ἅμα κἄμ', ὄντα σαυτοῦ πρόστροπον, κτείνας γένῃ για να μη γίνεις φονιάς του εαυτού σου και δικός μου, που είμαι και ικέτης σου.

ΠΛ Νομ 908b μισοῦντες γίγνονται τοὺς κακούς || μισούν τους κακούς [γίνονται άνθρωποι που μισούν τους κακούς].

§5.13. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται στο υποκείμενό τους συντάσσονται συνήθως οι κατηγορίες ρημάτων που παρατίθενται παρακάτω. Σχετικά με τα εν λόγω ρήματα είναι χρήσιμο να σημειωθούν τα εξής:

Μερικά από τα ρήματα αυτά, όπως π.χ. το τυγχάνω, λανθάνω, διατελῶ κ.ά. έχουν αποδυναμωθεί στη σύναψή τους με κατηγορηματική μετοχή σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εκφράζουν μόνο το δευτερεύον νόημα της πρότασης, ενώ το κύριο να δηλώνεται με τη μετοχή. Στις περιπτώσεις αυτές η κατηγορηματική μετοχή αποδίδεται με ρήμα και το ρήμα με επίρρημα ή επιρρηματική φράση. Για τον λόγο αυτό μερικοί θεωρητικοί στις περιπτώσεις εκείνες, όπου η κατηγορηματική μετοχή που συντάσσεται με αυτά τα ρήματα ενέχει τη θέση κατηγορουμένου, κάνουν λόγο για τη μετοχή αυτή ως "κατ' επίφαση" ή "φαινομενικό κατηγορούμενο". Μερικές φορές μάλιστα ρήματα όπως το τυγχάνω (πρβ. αμέσως παρακάτω τα παραδείγματα από το ΠΛ Γοργ 469b και ΠΛ Φαιδ 72e) χάνουν εντελώς τη σημασία τους.

§5.14. Εκτός από τα εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω, που αναφέρθηκαν προηγουμένως, με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται στο υποκείμενο συντάσσονται τα ρήματα που σημαίνουν ένα ειδικότερα προσδιορισμένο είναι ή έναν ορισμένο τρόπο ύπαρξης, όπως π.χ. το τυγχάνω (= "είμαι τυχαία, κατά τύχη") λανθάνω (= "είμαι στα κρυφά", "υπάρχω με τρόπο κρυφό, χωρίς να φαίνομαι, απαρατήρητα, χωρίς επίγνωση"), δῆλος και φανερός εἰμι, φαίνομαι, (= "είμαι, υπάρχω με τρόπο φανερό", "φαίνομαι", "αποδεικνύομαι"), διάγω, διατελῶ, διαγίγνομαι (= "είμαι ή υπάρχω αδιάλειπτα με έναν ορισμένο τρόπο", "βρίσκομαι διαρκώς σε κάτι"), οἴχομαι (= "έχω φύγει", "είμαι φευγάτος"), φθάνω (= "έρχομαι πρωτύτερα", "προλαβαίνω") κτό.:

ΗΡΟΔ 1.82 τοῖσι δὲ καὶ αὐτοῖσι κατ'αὐτὸν τὸν χρόνον συνεπεπτώκεε ἔρις ἐοῦσα || την εποχή αυτή έτυχε να βρίσκονται και οι ίδιοι σε διένεξη.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.1.2 ὁ πρεσβύτερος [παῖς] παρὼν ἐτύγχανεν || ο μεγαλύτερος γιος του έτυχε να είναι εκεί [ή: βρισκόταν κατά τύχη εκεί].

ΠΛ Γοργ 469b μέγιστον τῶν κακῶν τυγχάνει ὂν τὸ ἀδικεῖν || το να αδικεί κανείς είναι το μεγαλύτερο από τα κακά.

ΠΛ Φαιδ 72eἡ μάθησις οὐκ ἄλλο τι ἢ ἀνάμνησις τυγχάνει οὖσα || η μάθηση δεν είναι τίποτα άλλο παρά ανάμνηση.

ΠΛ Γοργ 471b ἕν τι συνιστάντες λανθάνωσιν κακὸν μέγα ἐν τῇ αὑτῶν ψυχῇ || προκαλούν μέσα στην ψυχή τους χωρίς να το καταλάβουν ένα μεγάλο κακό [ή: προκαλούν ανεπίγνωστα ένα μεγάλο κακό].

ΕΠΙΚ απ. 551 λάθε βιώσας να ζεις στην αφάνεια.

ΗΡΟΔ 3.83 καὶ νῦν αὕτη ἡ οἰκίη διατελέει μούνη ἐλευθέρη ἐοῦσα Περσέων || και το γένος αυτό εξακολουθεί αδιάλειπτα μέχρι σήμερα να είναι το μόνο ελεύθερο ανάμεσα στους Πέρσες.

ΘΟΥΚ 1.2.1 φαίνεται ἡ νῦν Ἑλλὰς καλουμένη οὐ πάλαι βεβαίως οἰκουμένη || φαίνεται πως η χώρα που τώρα ονομάζεται Ελλάδα παλαιότερα δεν ήταν μόνιμα κατοικημένη.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.11 ὁ δὲ [Κῦρος] ἐλπίδας λέγων διῆγε καὶ δῆλος ἦν ἀνιώμενος || ο Κύρος τους έδινε ελπίδες [στους στρατιώτες] και ήταν φανερό πως στεναχωριόταν.

ΗΡΟΔ 4.136 ἔφθησαν πολλῷ οἱ Σκῦθαι τοὺς Πέρσας ἐπὶ τὴν γέφυραν ἀπικόμενοι || οι Σκύθες έφθασαν στη γέφυρα πολύ νωρίτερα από τους Πέρσες.

ΠΛ Φαιδ 108b ὑπὸ τοῦ προστεταγμένου δαίμονος οἴχεται ἀγομένη [ἡ ψυχή] || η ψυχή φεύγει οδηγούμενη από τον εντεταλμένο δαίμονα.

§5.15. Τα ρήματα που δηλώνουν μια ψυχική (συγ)κίνηση ή κατάσταση (πάθος, συναίσθημα ή διάθεση), όπως χαίρω, ἥδομαι, αἰσχύνομαι, ἀγανακτῶ, ὀργίζομαι, μεταμέλομαι, χαλεπῶς, ῥᾳδίως φέρειν, κτό. (ρήματα ψυχικού πάθους). Και σε αυτή την κατηγορία ρημάτων, όπως άλλωστε και στην προηγούμενη αλλά και στις επόμενες, η κατηγορηματική μετοχή ενδέχεται να είναι ο φορέας του κύριου νοήματος της πρότασης και να αποδίδεται για τον λόγο αυτό με ρήμα, ενώ το ρήμα να έχει μια δευτερεύουσα νοηματική λειτουργία και να μεταφράζεται με επίρρημα ή επιρρηματική φράση:

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.5.16 ἥδομαι, ὦ Κλέαρχε, ἀκούων σου φρονίμους λόγους || χαίρομαι, Κλέαρχε, που ακούω συνετά λόγια από σένα [ή: ακούω με ευχαρίστηση συνετά λόγια από σένα].

ΠΛ Πολ 328d χαίρω διαλεγόμενος τοῖς σφόδρα πρεσβύταις || χαίρομαι να συζητώ με τους πολύ ηλικιωμένους [ή: συζητώ με χαρά κ.λπ.]

ΘΟΥΚ 2.65.2 ἐλυποῦντο οἱ δυνατοὶ καλὰ κτήματα ἀπολωλεκότες, τὸ δὲ μέγιστον, πόλεμον ἀντ' εἰρήνης ἔχοντες || δυσφορούσαν οι πλούσιοι επειδή είχαν χάσει ωραία ακίνητα, και το χειρότερο, επειδή είχανε πόλεμο αντί για ειρήνη.

ΣΟΦ Φιλ 86 οὓς ἂν τῶν λόγων ἀλγῶ κλύων || τα λόγια που πονώ ακούγοντάς τα [ή: που τα ακούω με πόνο].

ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.1.21 καὶ τοῦτο οὐκ αἰσχύνομαι λέγων || και δεν ντρέπομαι να το ομολογώ αυτό [ή: το ομολογώ χωρίς ντροπή].

ΘΟΥΚ 1.77.4 ἀδικούμενοι οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον ὀργίζονταιβιαζόμενοι || οι άνθρωποι θυμώνουν περισσότερο όταν αδικούνται παρά όταν εξαναγκάζονται με τη βία.

ΘΟΥΚ 4.27.2 [οἱ Ἀθηναῖοι] μετεμέλοντο τὰς σπονδὰς οὐ δεξάμενοι || οι Αθηναίοι μετάνιωναν που δεν αποδέχτηκαν τη συμφωνία ειρήνης.

ΠΛ Φαιδ 63a οὕτως ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων || μας εγκαταλείπεις με τόσο ελαφριά την καρδιά.

ΘΟΥΚ 2.16.2 ἐβαρύνοντο δὲ καὶ χαλεπῶς ἔφερον οἰκίας τε καταλείποντες καὶ ἱερά || τους έθλιβε και τους στεναχωρούσε που άφηναν πίσω τα σπίτια και τα ιερά τους.

§5.16. Τα ρήματα που σημαίνουν "ευεργετώ" ή "αδικοπραγώ", "πετυχαίνω", "παραλείπω", "υπερέχω", "υστερώ" ή "αστοχώ", όπως π.χ. εὖ ποιῶ, εὐτυχῶ, ἀδικῶ, νικῶ, κρατῶ, ἡττῶμαι, ἁμαρτάνω, λείπομαι, χαρίζομαι, κτό.:

ΗΡΟΔ 5.24 εὖ ἐποίησας ἀπικόμενος || έκανες καλά που ήρθες [ή: καλώς ήρθες].

ΘΟΥΚ 1.53.2 ἀδικεῖτε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πολέμου ἄρχοντες καὶ σπονδὰς λύοντες || Αθηναίοι, δεν κάνετε καλά που αρχίζετε τον πόλεμο και καταλύετε τις συμφωνίες [ή: άδικα αρχίζετε τον πόλεμο και κακώς καταλύετε τις συμφωνίες].

ΞΕΝ Απομν 1.1.1 ἀδικεῖ Σωκράτης οὓς μὲν ἡ πόλις νομίζει θεοὺς οὐ νομίζων, ἕτερα δὲ καινὰ δαιμόνια εἰσφέρων· ἀδικεῖ δὲ καὶ τοὺς νέους διαφθείρων || παρανομεί ο Σωκράτης μη αποδεχόμενος στους θεούς που αποδέχεται η πόλη και προσπαθώντας να εισαγάγει νέους θεούςπαρανομεί επίσης και παραπλανώντας τους νέους [ή παράνομα ο Σωκράτης δεν αποδέχεται κ.λπ.].

ΞΕΝ Απομν 2.4.7 τούτων φίλος εὐεργετῶν οὐδενὸς λείπεται || σε όλα αυτά ο φίλος που ευεργετεί δεν υστερεί σε τίποτα.

ΞΕΝ Ιερ 11.14 τούτους [=τοὺς φίλους] πάντας πειρῶ νικᾶν εὖ ποιῶν, ἐὰν γὰρ τοὺς φίλους κρατῇς εὖ ποιῶν, οὐ μή σοι δύνωνται ἀντέχειν οἱ πολέμιοι || κι όλους να προσπαθείς να τους νικάς ευεργετώντας τους, αν νικάς τους φίλους ευεργετώντας τους δεν θα μπορούν να σου αντισταθούν οι εχθροί [ή: να προσπαθείς να ξεπερνάς όλους τους φίλους στην ευεργεσία, αν ξεπερνάς τους φίλους στην ευεργεσία κ.λπ.].

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.23 τούτου εἴς γε δύναμιν οὐχ ἡττησόμεθα εὖ ποιοῦντες || δεν θα υστερήσουμε κατά δύναμη έναντί του στην ευεργεσία [ή: δεν θα ευεργετήσουμε λιγότερο από αυτόν].

ΞΕΝ ΚΠαιδ 3.3.56 ὁ Κυαξάρης ἔλεγεν, ὅτι [ὁ Κῦρος] ἐξαμαρτάνοι διατρίβων καὶ οὐκ ἄγων ὡς τάχιστα ἐπὶ τοὺς πολεμίους || ο Κυαξάρης διαμήνυε στον Κύρο πως δεν κάνει καλά να αργοπορεί και να μην οδηγεί το στράτευμα όσο γίνεται πιο γρήγορα εναντίον των εχθρών [ή: ότι κακώς αργοπορεί και δεν οδηγεί το στράτευμα κ.λπ.].

ΠΛ Πολ 338a ἐμοὶ χαρίζου ἀποκρινόμενος || κάνε μου τη χάρη να απαντήσεις [ή: απάντησε για χάρη μου].

ΠΛ Φαιδ 60c εὖ ἐποίησας ἀναμνήσας με || καλά έκανες και μου το θύμησες [ή: καλά και μου το θύμησες].

ΛΥΣ 28.8 Θρασύβουλος καλῶς ἐποίησεν οὕτως τελευτήσας τὸν βίον || ο Θρασύβουλος καλά έκανε που πέθανε όπως πέθανε [ή καλώς πέθανε όπως πέθανε].

§5.17. Τα ρήματα που σημαίνουν "αρχίζω" και "παύω", "αντέχω", "κουράζομαι", όπως τα ἄρχομαι (ὑπάρχω, κατάρχω), παύω, λήγω, ἀνέχομαι, καρτερῶ, ὑπομένω, κάμνω, ἀπεῖπον, ἀπείρηκα κτό. συντάσσονται επίσης με κατηγορηματική μετοχή:

ΗΡΟΔ 7.8 οἵ γε ἐμὲ καὶ πατέρα τὸν ἐμὸν ὑπῆρξαν ἄδικα ποιεῦντες || αυτοί ξεκίνησαν πρώτοι να κάνουν κακό σε μένα και τον πατέρα μου [ή: αυτοί έκαναν πρώτα κακό κ.λπ.].

ΠΛ Συμπ 186b ἄρξομαι ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς λέγων || θα αρχίσω μιλώντας για την ιατρική [ή: θα μιλήσω πρώτα για την ιατρική].

ΠΛ Γοργ 523c παύσωτοῦτο γιγνόμενον || θα σταματήσω αυτό που γίνεται.

ΞΕΝ ΚΑναβ 3.1.19 [ἐγὼ] οὔποτε ἐπαυόμην ἡμᾶς μὲν οἰκτίρων || εγώ ποτέ δεν έπαψα να ελεεινολογώ εμάς τους Έλληνες.

ΞΕΝ Οικ 1.23 αἱ τοιαῦται δέσποιναι αἰκιζόμεναι τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰς ψυχὰς καὶ τοὺς οἴκους οὔποτε λήγουσιν, ἔστ' ἂν ἄρχωσιν αὐτῶν || τέτοιες αφέντρες [όπως οι επιθυμίες] δεν παύουν να βασανίζουν τα σώματα, τις ψυχές και τα σπίτια των ανθρώπων, μέχρι να κυριαρχήσουν σε αυτά.

ΛΥΣ 13.8 τότε ὑμεῖς, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὐκ ἠνέσχετε ἀκούσαντες περὶ τῶν τειχῶν τῆς κατασκαφής || τότε εσείς, Αθηναίοι, δεν αντέξατε να ακούσετε για την κατεδάφιση των τειχών.

ΞΕΝ Απομν 2.6.35 ὅπως τε ταῦτα [τὰ ἀγαθὰ] γίγνηται τοῖς φίλοις οὐκ ἀποκάμνεις μηχανώμενος || δεν κουράζεσαι να επινοείς τρόπους για να αποκτήσουν και οι φίλοι σου αυτά τα αγαθά [ή: επινοείς ακούραστα τρόπους κ.λπ.].

ΠΛ Γοργ 470c μὴ κάμῃς φίλον ἄνδρα εὐργετῶν || μη κουραστείς να ευεργετείς έναν φίλο σου.

ΞΕΝ ΚΑναβ 5.1.2 ἀπείρηκα ἤδη ξυσκευαζόμενος καὶ βαδίζων καὶ τρέχων καὶ τὰ ὅπλα φέρων καὶ ἐν τάξει ὢν καὶ φυλακὰς φυλάττων καὶ μαχόμενος || έχω κουραστεί πια να ετοιμάζω τις αποσκευές μου και να βαδίζω και να κουβαλάω τα όπλα και να κάνω πορείες σε παράταξη και να φυλάω σκοπιές και να πολεμάω.

ΙΣΟΚΡ 6.47 ἀπείποιμεν δ' ἂν ἀκούοντές τε καὶ λέγοντες, εἰ πάσας τὰς τοιαύτας πράξεις ἐξετάζοιμεν || θα κουραζόμασταν να ακούμε και να μιλάμε αν θέλαμε να εξετάσουμε τις πράξεις αυτού του είδους.

§5.18. Μερικά από τα ρήματα των προηγουμένων κατηγοριών ενδέχεται να παρουσιάζουν διπλή σύνταξη, να συντάσσονται δηλαδή και με απαρέμφατο, έχοντας όμως στην περίπτωση αυτή μια διαφορετική σημασία. Η κατηγορηματική μετοχή δηλώνει συνήθως το πραγματικό, αυτό που δίδεται στην εποπτεία, το χειροπιαστό, ενώ το απαρέμφατο την αφηρημένη ρηματική σημασία ή και απλώς το εικαζόμενο, το νοητό, το δυνατό και ενδεχόμενο. Η νοηματική αυτή διαφορά θα μπορούσε να περιγραφεί και ως εξής: Η μετοχή έχει μια χροιά αντικειμενικότητας, ενώ το απαρέμφατο κινείται στη διάσταση του υποκειμενικού. Τέτοια ρήματα είναι π.χ. τα εξής:

§5.19. Το φαίνομαι:

με μετοχή σημαίνει "φανερώνομαι", "είμαι φανερός", "αποδεικνύομαι", "είναι φανερό ότι",

με απαρέμφατο σημαίνει "δίνω την εντύπωση", "φαίνομαι πως, σαν να…", χωρίς όμως, ενδεχομένως, αυτό που φαίνεται να συμβαίνει και στην πραγματικότητα:

ΠΛ Φαιδ 114d ἀθάνατόν γε ἡ ψυχὴ φαίνεται οὖσα || η ψυχή είναι φανερό [αποδεικνύεται] πως είναι κάτι αθάνατο.

ΠΛ Μεν 71d Μένων, τί φῂς ἀρετὴν εἶναι; εἶπον καὶ μὴ φθονήσῃς, ἵνα εὐτυχέστατον ψεῦσμα ἐψευσμένος ὦ, ἂν φανῇς σὺ εἰδὼς καὶ Γοργίας || Μένωνα τι θεωρείς ότι είναι η αρετή; Πές το ανεπιφύλακτα για να πιαστώ εγώ να λέω το πιο ωραίο ψέμμα, εφόσον αποδειχθεί ότι εσύ και ο Γοργίας έχετε πραγματική γνώση.

ΠΛ Ευθυφρ 12eκαὶ καλῶς γέ μοι, ὦ Εὐθύφρων, φαίνῃ λέγειν || και εμένα, Ευθύφρονα, μου φαίνεσαι να [ή: μου δίνεις την εντύπωση ότι] μιλάς σωστά.

ΞΕΝ Συμπ 1.15 καὶ ἅμα λέγων [ὁ γελωτοποιὸς] ταῦτα ἀπεμύττετό τε καὶ τῇ φωνῇ σαφῶς κλαίειν ἐφαίνετο || και λέγοντας αυτά ρουφούσε τη μύτη του και από τη φωνή του φαινόταν καθαρά πως έκλαιγε [ενώ στην πραγματικότητα, όπως προκύπτει από την επόμενη πρόταση, δεν έκλαιγε].

§5.20. Το αἰσχύνομαι και το αἰδοῦμαι:

με μετοχή έχουν τη σημασία "ντρέπομαι που κάνω κάτι", "κάνω κάτι με ντροπή",

με απαρέμφατο σημαίνουν "ντρέπομαι να κάνω κάτι", "δεν κάνω κάτι από ντροπή":

ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.1.21 καὶ τοῦτο μὲν [τὸ ἀποδιδόναι χάριν μήπω με δύνασθαι] οὐκ αἰσχύνομαι λέγων∙ τὸ δ' ἐὰν μένητε παρ' ἐμοί, ἀποδώσω, εὖ ἴστε, αἰσχυνοίμην ἂν εἰπεῖν || και αυτό [το ότι δεν μπορώ ακόμη να σας αποδώσω τη χάρη που αξίζετε] δεν ντρέπομαι να το ομολογώθα ντρεπόμουν όμως να πω, να το ξέρετε καλά, ότι θα σας αποδώσω τη χάρη που σας αξίζει αν μείνετε μαζί μου.

ΟΜ Οδ 8.86 αἴδετο γὰρ [Ὄδυσσεύς] Φαίηκας ὑπ' ὀφρύσι δάκρυα λείβων ντρεπόταν [ο Οδυσσέας] τους Φαίακες που βούρκωσαν τα μάτια του και έτρεχαν τα δάκρυα.

ΟΜ Οδ 6.221-222 αἰδέομαι γὰρ γυμνοῦσθαι κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισι μετελθών || γιατί ντρέπομαι να ξεγυμνωθώ μπροστά σε καλλιπλόκαμες κοπέλλες.

§5.21. Το ἀνέχομαι και το ὑπομένω:

με μετοχή έχουν τη σημασία "αντέχω", "υπομένω",

με απαρέμφατο σημαίνουν "τολμώ":

ΗΡΟΔ 8.26 οὔτε ἠνέσχετο σιγῶν || δεν μπόρεσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό.

ΗΡΟΔ 7.139 καταμείναντες [οἱ Ἀθηναῖοι] ἀνέσχοντο τὸν ἐπιόντα ἐπὶ τὴν χώρην δέξασθαι || παραμένοντας στον τόπο τους τόλμησαν να αντιμετωπίσουν τον εισβολέα στη χώρα τους.

ΣΟΦ ΟΤ 1323 ὑπομένεις με τὸν τυφλὸν κηδεύων αντέχεις να φροντίζεις εμένα τον τυφλό.

ΠΛ Γοργ 505c οὗτος ὁ ἀνὴρ οὐχ ὑπομένει ὠφελούμενος || αυτός ο άνθρωπος δεν αντέχει να ωφελείται.

ΞΕΝ Απομν 2.7.11 νῦν δέ μοι δοκῶ εἰς ἔργων ἀφορμὴν ὑπομενεῖν αὐτὸ ποιῆσαι [τὸ δανείσασθαι] || τώρα νομίζω ότι θα το τολμήσω αυτό [να δανειστώ] για να ξεκινήσω μια δουλειά.

ΔΗΜ 18.204 τὴν χώραν ἐκλιπεῖν ὑπέμειναν || τόλμησαν να εγκαταλείψουν την πόλη.

§5.22. Το ἄρχομαι:

με μετοχή έχει τη σημασία "βρίσκομαι στη αρχή μιας ενέργειας σε αντίθεση προς το τέλος ή τη μέση της". Με μετοχή συντάσσεται το ἄρχομαι και όταν πρόκειται να δηλωθεί ο τρόπος με τον οποίον αρχίζει μια ενέργεια,

με απαρέμφατο σημαίνει "αρχίζω", "ξεκινάω να κάνω κάτι":

ΗΡΟΔ 4.119 ἢν μέντοι ἐπίῃ καὶ ἐπὶ τὴν ἡμετέρην ἄρξῃ τε ἀδικέων || αν όμως βαδίσει [ο Πέρσης] και εναντίον της χώρας μας και μας κάνει πρώτος κακό.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.7.26 ἐκλείπειν μοι φαίνεται ἡ ψυχὴ ὅθενπερ, ὡς ἔοικε, πᾶσιν ἄρχεται ἀπολείπουσα μου φαίνεται πως αρχίζει να με εγκαταλείπει η ψυχή από εκεί ακριβώς από όπου, όπως φαίνεται, αρχίζει να φεύγει η ψυχή κάθε ανθρώπου.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.8.2 ὡς δ' ἀληθῆ λέγω ἄρξομαι διδάσκων ἐκ τῶν θείων || για να δείξω ότι λέω την αλήθεια, θα αρχίσω πρώτα από τη στάση των Περσών προς τα θεία [ή: θα αναπτύξω πρώτα τη στάση κ.λπ.].

ΠΛ Μενεξ 237a πόθεν ἂν ὀρθῶς ἀρξαίμεθα ἄνδρας ἀγαθοὺς ἐπαινοῦντες; || από πού είναι ορθό να αρχίσω να επαινώ τους γενναίους άνδρες;

ΘΟΥΚ 1.107.1 ἤρξαντο δὲ κατὰ τοὺς χρόνους τούτους καὶ τὰ μακρὰ τείχη Ἀθηναῖοι ἐς θάλασσαν οἰκοδομεῖν || τον ίδιο περίπου καιρό ξεκίνησαν οι Αθηναίοι να χτίζουν και τα μακρά τείχη επεκτείνοντάς τα ως τη θάλασσα.

ΞΕΝ Απομν 3.5.22 οἴμαί σε οὐδὲν ἧττον ἔχειν εἰπεῖν ὁπότε στρατηγεῖν ἢ ὁπότε παλαίειν ἤρξω μανθάνειν || πιστεύω ότι μπορείς να πεις τόσο πότε άρχισες να μαθαίνεις τη στρατηγική όσο και να παλεύεις.

ΔΗΜ 19.333 τί οὖν λέγω καὶ πόθεν ἄρχομαι κατηγορεῖν; || τι να πω λοιπόν και από που να ξεκινήσω το κατηγορητήριο;

§5.23. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται πότε στο αντικείμενο και πότε στο υποκείμενό τους συντάσσονται συνήθως οι ακόλουθες κατηγορίες ρημάτων:

§5.24. Τα αισθητικά ρήματα, εκείνα δηλαδή που δηλώνουν αισθητηριακή ή νοητική αντίληψη, γνώση εν γένει, καθώς και όσα δηλώνουν μάθηση, μνήμη, και λήθη, όπως το αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀκούω, περιορῶ [= "παραβλέπω", "ανέχομαι", "επιτρέπω"], γιγνώσκω, ἐπίσταμαι, μανθάνω, οἶδα, πυνθάνομαι, εὑρίσκω, λαμβάνω, καταλαμβάνω, μέμνημαι, ἐπιλανθάνεσθαι, κτό.:

Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο υποκείμενο:

ΕΥΡ Μηδ 26 πρὸς ἀνδρὸς ᾔσθετ' ἠδικημένη || κατάλαβε πως ο άνδρας της την αδικούσε.

ΘΟΥΚ 1.32.5 ἡμεῖς ἀδύνατοι ὁρῶμεν ὄντες τῇ οἰκείᾳ μόνον δυνάμει περιγενέσθαι || εμείς βλέπουμε πως δεν είμαστε σε θέση να υπερισχύσουμε μόνο με τις δικές μας δυνάμεις.

ΞΕΝ Απομν 4.3.13 [ὁ θεὸς] τὰ μέγιστα μὲν πράττων ὁρᾶται, τάδε δὲ οἰκονομῶν ἀόρατος ἡμῖν ἐστιν || ο θεός φαίνεται βέβαια να επιτελεί τα πιο μεγάλα πράγματα, ο τρόπος όμως που τα διευθετεί δεν είναι ορατός για μας.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.2.17 ἄνθρωποι καλοὶ κἀγαθοί, ἐπειδὰν γνῶσιν ἀπιστούμενοι, οὐ φιλοῦσι τοὺς ἀπιστοῦντας || οι έντιμοι και ενάρετοι άνθρωποι όταν καταλάβουν ότι δεν τους πιστεύουν, μισούν εκείνους που δεν τους πιστεύουν.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.1.13 ἴσθι ἀνόητος ὤν πρέπει να ξέρεις ότι είσαι ανόητος.

ΔΗΜ 19.332 Χάρης εὕρηται πιστῶς καὶ εὐνοϊκῶς πράττων ὑπὲρ ὑμῶν || ο Χάρης βρέθηκε να ενεργεί νόμιμα και προς το συμφέρον σας.

ΠΛ Απολ 29c ἐὰν δὲ ἁλῷς ἔτι τοῦτο [τὸ φιλοσοφεῖν] πράττων, ἀποθανῇ || αν σε πιάσουν να συνεχίζεις να το κάνεις αυτό [δηλ. να φιλοσοφείς], θα πεθάνεις.

ΠΛ Πολ 609c ὅταν [ὁ ἄδικος ἄνθρωπος] ληφθῇ ἀδικῶν || όταν ο άδικος άνθρωπος πιαστεί να κάνει μια αδικία.

ΗΡΟΔ 3.1 ὦ βασιλεῦ, διαβεβλημένος ὑπὸ Ἀμάσιος οὐ μανθάνεις || βασιλιά, ο Άμασις σε κορόϊδεψε και δεν το 'χεις καταλάβει [ή: δεν καταλαβαίνεις ότι εξαπατήθηκες από τον Άμασι].

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.6.6 μέμνημαι τοιαῦτα ἀκούσας σου || θυμάμαι ότι άκουσα τέτοια από εσένα.

Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο αντικείμενο:

ΞΕΝ Απομν 2.2.1 αἰσθόμενος δέ ποτε [ὁ Σωκράτης] Λαμπροκλέα τὸν πρεσβύτερον υἱὸν αὐτοῦ πρὸς τὴν μητέρα χαλεπαίνοντα || όταν κάποτε [ο Σωκράτης] κατάλαβε ότι ο Λαμπροκλής, ο μεγαλύτερος γιος του, ήταν οργισμένος με τη μητέρα του.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.16 Κῦρος ᾔσθετο διαβεβηκότας [τὸν Εὐφράτην], ἥσθη || ο Κύρος μόλις έμαθε ότι είχαν διαβεί τον Ευφράτη χάρηκε.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.4.20 ὡς δὲ εἶδον αὐτοὺς [τὸν Κῦρον καὶ τοὺς ἱππέας] πελάζοντας οἱ λεηλατοῦντες, εὐθὺς ἀφέντες τα χρήματα ἔφευγον || όταν οι επιδρομείς τους είδαν να πλησιάζουν [τον Κύρο και τη συνοδεία του] άφησαν αμέσως όσα είχαν αρπάξει και έφυγαν.

ΙΣΟΚΡ 4.96 [Ἀθηναῖοι] ἔτλησαν ἐπιδεῖν ἐρήμην μὲν τὴν πόλιν γενομένην, τὴν δὲ χώραν πορθουμένην, ἱερὰ δὲ συλώμενα καὶ νεὼς ἐμπιπραμένους, ἅπαντα δὲ τὸν πόλεμον περὶ τὴν πατρίδα τὴν αὑτῶν γιγνόμενον || οι Αθηναίοι τόλμησαν να δουν να ερημώνεται η πόλη τους, να λεηλατείται η ύπαιθρός τους, να συλώνται να ιερά τους και να πυρπολούνται οι ναοί τους, και όλες οι εχθροπραξίες να εκτυλίσσονται στην πατρίδα τους.

ΘΟΥΚ 1.86.2 τοὺς ξυμμάχους οὐ περιοψόμεθα ἀδικουμένους δεν θα παραβλέψουμε πως οι σύμμαχοί μας αδικούνται [ή: δεν θα παρακολουθούμε αμέτοχοι να αδικούνται οι σύμμαχοί μας].

ΘΟΥΚ 2.13.1 [Περικλῆς] ὡς ἔγνω τὴν ἐσβολὴν ἐσομένην || μόλις κατάλαβε [ο Περικλής] ότι θα γινόταν η εισβολή.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.3.10 σαφῶςκατέμαθον φάρμακα ὑμῖν αὐτὸν ἐγχέοντα || κατάλαβα πολύ καλά ότι αυτός είχε χύσει δηλητήριο στο κρασί σας.

ΘΟΥΚ 2.6.3 ὁ κῆρυξ ἀφικόμενος ηὗρε τοὺς ἄνδρας διεφθαρμένους || όταν έφτασε ο αγγελιοφόρος βρήκε τους άνδρες σκοτωμένους.

ΠΛ Πολ 389d ἂν ἄρ' ἄλλον τινὰ λαμβάνῃ ψευδόμενον || αν πιάσεις κάποιον άλλον να λέει ψέματα.

ΠΛ Χαρμ 156a μέμνημαι δὲ ἔγωγε καὶ παῖς ὢν Κριτίᾳ τῷδε συνόντα σε || σε θυμάμαι από την εποχή που ήμουν παιδί ακόμη να συναντιέσαι με τον Κριτία.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μερικές φορές φαίνεται να παραλείπεται στη σύνταξη αυτών των ρημάτων μια μετοχή του ρήματος εἰμί:

ΘΟΥΚ 2.45.1 παισὶ δ' αὖ ὅσοι τῶνδε πάρεστε ἢ ἀδελφοῖς ὁρῶ μέγα τὸν ἀγῶνα [προσθ.: ἐσόμενον] || για τα παιδιά και τους νεώτερους αδελφούς αυτών εδώ βλέπω ότι ο αγώνας θα είναι μεγάλος.

ΞΕΝ Απομν 2.3.14 μὴ αἰσχρὸςφανῇς [προσθ.:ὤν] || μήπως φανείς προσβλητικός.

ΔΗΜ 4.41 ἂν ἐν Χερρονήσῳ πύθησθε Φίλιππον [προσθ.: ὄντα] || αν μάθατε ότι ο Φίλιππος βρισκόταν στην Χερσόνησο.

§5.25. Μερικά ρήματα αυτής της κατηγορίας παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες στη σύνταξή τους, έτσι:

Το ἀκούω, το αἰσθάνομαικαι το πυνθάνομαισυντάσσονται με τους ακόλουθους τρόπους, οι οποίοι συνεπάγονται και σημασιολογικές διαφοροποιήσεις:

• με γενική και κατηγορηματική μετοχή όταν πρόκειται να δηλωθεί άμεση αντίληψη, όταν υπάρχει δηλαδή αυτηκοα (ἀκούω), ή άμεση αισθητηριακή αντίληψη (αἰσθάνομαι),

• με αιτιατική και κατηγορηματική μετοχή όταν πρόκειται να δηλωθεί έμμεση αντίληψη ενός πραγματικού γεγονότος, δηλαδή άκουσμα ή πληροφορία από άλλους (ἀκούω, πυνθάνομαι, το οποίο έχει την ίδια σημασία και με γενική), ή νοητική αντίληψη, εννόηση και κατανόηση (αἰσθάνομαι),

• με αιτιατική και ειδικό απαρέμφατο όταν πρόκειται για την αντίληψη ενός αβέβαιου γεγονότος ή κάποιας φήμης (ἀκούω, πυνθάνομαι), ή για εικασία και υπόθεση (αἰσθάνομαι):

ΠΛ Συμπ 194d ἐγὼ ἡδέως ἀκούω Σωκράτους διαλεγομένου || εγώ ακούω [με τα ίδια μου τα αυτιά] ευχάριστα τον Σωκράτη να συζητεί.

ΞΕΝ Ελλ 4.2.19 τέως μὲν οἱ Λακεδαιμόνιοι οὐκ ᾐσθάνοντο προσιόντων τῶν πολεμίων || για μερικές στιγμές οι Λακεδαιμόνιοι δεν αντιλήφθηκαν ότι πλησίαζαν οι εχθροί.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.5 ἤκουσε Κῦρον ἐν Κιλικίᾳ ὄντα || άκουσε [από άλλους το πραγματικό γεγονός] ότι ο Κύρος βρισκόταν στην Κιλικία.

ΗΡΟΔ 7.177 ἐπύθοντο τὸν Πέρσην ἐόντα ἐν Πιερίῃ || πήραν την πληροφορία ότι ο Πέρσης βρισκόταν στην Πιερία.

ΘΟΥΚ 4.6.1 Πελοποννήσιοι ὡς ἐπύθοντο τῆς Πύλου κατειλημμένης || οι Πελοποννήσιοι μόλις έμαθαν πως αλώθηκε η Πύλος.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.9.31 ὡς δ' ᾐσθετο Κῦρον πεπτωκότα || μόλις πληροφορήθηκε ότι ο Κύρος έπεσε στη μάχη.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.3.1 ἰδεῖν γὰρ ἐπεθύμει [ὁ Ἀστυάγης τὸν Κῦρον], ὅτι ἤκουεν αὐτὸν καλὸν κἀγαθὸν εἶναι || ο Αστυάγης ήθελε να δει τον Κύρο γιατί άκουγε [ως φήμη] πως ήταν ευπαρουσίαστος και ενάρετος.

ΘΟΥΚ 4.105.1 πυνθανόμενος [ὁ Βρασίδας] τὸν Θουκυδίδην κτῆσίν τε ἔχειν τῶν χρυσείων μετάλλων ἐργασίας || επειδή άκουσε ο Βρασίδας [τη φήμη] πως ο Θουκυδίδης είχε το δικαίωμα εκμετάλλευσης στα χρυσωρυχεία.

ΘΟΥΚ 5.4.6 ὁ δὲ Φαίαξ ἀφικόμενος τοὺς μὲν Καμαριναίους πείθει καὶ Ἀκραγαντίνους, ἐν δὲ Γέλᾳ ἀντιστάντος αὐτῷ τοῦ πράγματος οὐκέτι ἐπὶ τοὺς ἄλλους ἔρχεται, αἰσθόμενος οὐκ ἂν πείθειν αὐτούς || ο Φαίακας όταν έφτασε κατάφερε να πείσει τους Καμαριναίους και τους Ακραγαντίνους, επειδή όμως βρήκε αντίξοα τα πράγματα στην Γέλα δεν πήγε και σε άλλους εικάζοντας πως δεν θα μπορούσε να τους πείσει.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η κατηγορηματική μετοχή που συνοδεύει τη σύναψη σύνοιδα ἐμαυτῷ (κυρίως στον Ηρόδοτο και συγγιγνώσκω ἐμαυτῷ) = "έχω, αποκτώ αυτοσυνείδηση, αυτεπίγνωση ότι, συνειδητοποιώ σε σχέση προς τον εαυτό μου ότι" μπορεί να συμφωνεί είτε με το υποκείμενο του ρήματος είτε με την αυτοπαθητική αντωνυμία, μπορεί δηλαδή νά εκφέρεται είτε σε ονομαστική είτε σε δοτική:

ΠΛ Απολ 21b ἐγὼ οὔτε μέγα οὔτε σμικρὸν σύνοιδα ἐμαυτῷ σοφὸς ὤν || εγώ δεν έχω την παραμικρή συνείδηση [σε σχέση προς τον εαυτό μου] ότι είμαι σοφός, ούτε πολύ ούτε λίγο.

ΠΛ Απολ 21d ἐμαυτῷ συνῄδη οὐδὲν ἐπισταμένῳ || έγώ είχα συνείδηση [του εαυτού μου] ότι δεν ήξερα τίποτα.

ΛΥΣ 9.11 συνέγνωσαν αὐτοὶ σφίσιν ὡς ἠδικηκότες || συνειδητοποίησαν [σε σχέση προς τον εαυτό τους] ότι είχαν διαπράξει αδίκημα.

ΗΡΟΔ 5.91 ἄνδρες σύμμαχοι, συγγιγνώσκομεν αὐτοῖσι ἡμῖν οὐ ποιήσασι ὀρθῶς || άνδρες σύμμαχοι, έχουμε επίγνωση [σε σχέση προς εμάς τους ίδιους] ότι σφάλαμε.

Όταν ωστόσο τη γνώση που έχει το υποκείμενο δεν την μοιράζεται με τον εαυτό του αλλά με κάποιον άλλον, όταν δηλαδή το ρήμα συνειδέναι έχει αντικείμενο άλλο όνομα και όχι την αυτοπαθητική αντωνυμία, έτσι ώστε σύνοιδά τινι σημαίνει "γνωρίζω μαζί με κάποιον άλλον" και κατά προέκταση "γνωρίζω τόσο όσο και αυτός, γνωρίζω καλά", τότε η μετοχή εκφέρεται μαζί με το αντικείμενο σε δοτική:

ΠΛ Απολ 34b [μιλά ο Σωκράτης] συνίσασι [οἱ ἀδιάφθαρτοι] Μελήτῳ μὲν ψευδόμένῳ, ἐμοὶ δὲ ἀληθεύοντι || γνωρίζουν [εκείνοι που δεν έχει βλάψει ο Σωκράτης] μαζί με τον Μέλητο [δηλ. γνωρίζουν τόσο καλά όσο και ο Μέλητος] ότι αυτός λέει ψέμματα, και γνωρίζουν μαζί με μένα [και τόσο καλά όσο εγώ] ότι εγώ λέω την αλήθεια.

ΙΣΟΚΡ 7.50 σύνοιδα τοῖς πλείστοις αὐτῶν ἥκιστα χαίρουσιν ταύτῃ τῇ καταστάσει || γνωρίζω μαζί με τους περισσότερους από αυτούς [και επομένως γνωρίζω τόσο καλά όσο και αυτοί] ότι ελάχιστα τους ευχαριστεί τούτη η κατάσταση της πόλης.

§5.26. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται πότε στο υποκείμενο και πότε στο αντικείμενο συντάσσονται επίσης τα δηλωτικά ρήματα, καθώς και εκείνα που σημαίνουν αναγγελία και έλεγχο και από την ενέργεια των οποίων προκύπτει μια αισθητηριακή ή νοητική αντίληψη. Τέτοια ρήματα είναι το δείκνυμι, δηλῶ, δῆλον ποιῶ, φαίνω, ἀποφαίνω, φανερὸν ποιῶ, ἀγγέλλω, ἐλέγχω κτό.:

Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο υποκείμενο:

ΗΡΟΔ 7.18 Ἀρτάβανος, ὃς πρότερον ἀποσπεύδων μοῦνος ἐφαίνετο, τότε ἐπισπεύδων φανερὸς ἦν || ο Αρτάβανος που προηγουμένως ήταν ο μόνος που επεδίωκε ανοιχτά να αποτρέψει την εκστρατεία, τότε επεδίωκε φανερά να την επισπεύσει.

ΘΟΥΚ 1.21.2 ὁ πόλεμος οὗτος ἀπ' αὐτῶν τῶν ἔργων σκοποῦσι δηλώσει μείζων γεγενημένος αὐτῶν [τῶν παλαιῶν] || τούτος ο πόλεμος θα δείξει σε αυτούς που τον κρίνουν από τα πραγματικά γεγονότα πως ήταν σημαντικότερος από εκείνους τους παλαιότερους.

ΘΟΥΚ 3.84.2 ἡ ἀνθρωπεία φύσις, εἰωθυῖα καὶ παρὰ τοὺς νόμους ἀδικεῖν, ἀσμένη ἐδήλωσεν ἀκρατὴς μὲν ὀργῆς οὖσα, κρείσσων δὲ τοῦ δικαίου, πολεμία δὲ τοῦ προύχοντος || η ανθρώπινη φύση, συνηθισμένη να αδικεί ακόμη και όταν υπάρχουν νόμοι, εύκολα αποδείχτηκε ανίκανη να συγκρατήσει την οργή, ισχυρότερη από το δίκαιο και πολέμια προς κάθε τι ανώτερο.

ΘΟΥΚ 3.64.1 δῆλόν τε ἐποιήσατε οὐδὲ τότε τῶν Ἑλλήνων ἕνεκα μόνοι οὐ μηδίσαντες || κάνατε φανερό πως ακόμη και τότε εσείς μόνο αποφύγατε να μηδίσετε όχι για χάρη των Ελλήνων.

ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 50 φανερὸν πᾶσιν ἐποίησαν οὐκ ἰδίᾳ πολεμοῦντες, ἀλλ' ὑπὲρ κοινῆς ἐλευθερίας προκινδυνεύοντες || απόδειξαν σε όλους πως δεν πολέμησαν από ιδιοτέλεια, αλλά εκτέθηκαν στον κίνδυνο του μετώπου για την κοινή ελευθερία.

ΣΟΦ Αντ 20 δηλοῖς γάρ τι καλχαίνουσ' ἔπος || δείχνεις πως κάποιος λόγος σκοτεινιάζει τον νου σου.

ΔΗΜ 2.8 πάνθ' εἵνεχ' ἑαυτοῦ ποιῶν ἐξελήλεγκται [Φίλιππος] || επειδή είναι αποδεδειγμένο ότι τα κάνει όλα για το δικό του το συμφέρον.

ΔΗΜ 21.160 εἰ δὲ δειλίας καὶ ἀνανδρίας εἵνεκα δειχθήσεται τοῦτο πεποιηκώς || αν αποδειχθεί ότι το έκανε αυτό από δειλία και ανανδρία.

Η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται στο αντικείμενο:

ΔΗΜ 29.5 ἐπιδείξω τοῦτον οὐ μόνον ὡμολογηκότα εἶναι τὸν Μιλύαν ἐλεύθερον, ἀλλὰ καὶ φανερὸν τοῦτ' ἔργῳ πεποιηκότα, καὶ πρὸς τούτοις ἐκ βασάνου περὶ αὐτῶν πεφευγότα τοῦτον τοὺς ἀκριβεστάτους ἐλέγχους, καὶ οὐκ ἐθελήσαντ' ἐκ τούτων ἐπιδεῖξαι τὴν ἀλήθειαν, ἀλλὰ πανουργοῦντα καὶ μάρτυρας ψευδεῖς παρεχόμενον καὶ διακλέπτοντα τοῖς αὐτοῦ λόγοις τὴν ἀλήθειαν τῶν πεπραγμένων || θα αποδείξω ότι αυτός [ο Άφοβος] όχι μόνο αναγνώρισε ότι ο Μιλύας είναι ένας ελεύθερος άνδρας, αλλά ότι και το επιβεβαίωσε αυτό και με πράξειςεπιπλέον θα αποδείξω ότι αυτός απέφυγε τον βασανισμό ενός δούλου για τον ακριβή έλεγχο αυτής της υπόθεσης, και ότι δεν επιθυμούσε να λάμψει με αυτόν τον τρόπο η αλήθεια, αλλά ότι επινοούσε, αντ'αυτού, τεχνάσματα και επιστράτευε ψευδομάρτυρες και ότι παραποιούσε την αλήθεια των όσων συνέβησαν με τους ίδιους του τους λόγους.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.19 αὐτῷ [=τῷ βασιλεῖ] Κῦρον ἐπιστρατεύοντα πρῶτος ἤγγειλα || εγώ ανάγγειλα πρώτος στο βασιλιά ότι ο Κύρος σχεδίαζε να εκστρατεύσει εναντίον του.

ΞΕΝ Απομν 4.8.11 ἱκανὸς [Σωκράτης] δὲ καὶ ἄλλως δοκιμάσαι τε καὶ ἁμαρτάνοντα ἐλέγξαι || ο Σωκράτης ήταν ικανός να δοκιμάσει και με άλλον τρόπο και να αποκαλύψει αυτούς που έκαναν σφάλματα.

Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και το ρήμα ποιῶ = "πλάθω", "παριστάνω" ή "παρουσιάζω ποιητικά", π.χ.:

ΠΛ Συμπ 174c ἄκλητον ἐποίησεν [Ὅμηρος] ἐλθόντα τὸν Μενέλεων ἐπὶ τὴν θοίνην || ο Όμηρος παριστάνει τον Μενέλαο να έρχεται απρόσκλητος στο συμπόσιο.

ΙΣΟΚΡ 9.9 τοῖς μὲν γὰρ ποιηταῖς πολλοὶ δέδονται κόσμοι· πλησιάζοντας τοὺς θεοὺς τοῖς ἀνθρώποις οἷόν τ' αὐτοῖς ποιῆσαι καὶ διαλεγομένους καὶ συναγωνιζομένους οἷς ἂν βουληθῶσι || γιατί οι ποιητές έχουν στη διάθεσή τους πολλούς τρόπους να στολίσουν το λόγο τους: μπορούν να παραστήσουν τους θεούς να πλησιάζουν τους ανθρώπους, να συζητούν και να ανταγωνίζονται σε ό,τι και αν θελήσουν.

§5.27. Και για ορισμένα από τα ρήματα των προηγουμένων κατηγοριών ισχύει ό,τι αναφέρθηκε και πριν, ότι δηλαδή ενδέχεται να συντάσσονται και με απαρέμφατο, έχοντας όμως στην περίπτωση αυτή μια διαφορετική σημασία. Έτσι:

§5.28. Το γιγνώσκω:

με μετοχή σημαίνει "γνωρίζω ότι", "αναγνωρίζω", "κατανοώ",

με απαρέμφατο σημαίνει "κρίνω", "αποφασίζω":

ΣΟΦ Αι 807 ἔγνωκα γὰρ δὴ φωτὸς ἠπατημένη || γιατί τώρα βέβαια αναγνωρίζω ότι αυτός ο άνδρας με εξαπάτησε [ή: ότι εξαπατήθηκα από αυτόν τον άνδρα].

ΘΟΥΚ 1.25.1 γνόντες οἱ Ἐπιδάμνιοι οὐδεμίαν σφίσιν ἀπὸ Κερκύρας τιμωρίαν οὖσαν όταν οι Επιδάμνιοι κατάλαβαν ότι δεν είχαν να προσμένουν καμιά βοήθεια από την πλευρά της Κέρκυρας.

ΗΡΟΔ 1.74 Ἀλυάττεα γὰρ ἔγνωσαν δοῦναι τὴν θυγατέρα Ἀρύηνιν Ἀστυάγεϊ τῷ Κυαξάρεω παιδί || αποφάσισαν δηλαδή ο Αλυάτης να δώσει την θυγατέρα του Αρυήνη νύφη στον Αστυάγη, τον γιο του Κυαξάρη.

ΞΕΝ Απολ 33 ἐπεὶ γὰρ ἔγνω [Σωκράτης] τοῦ ἔτι ζῆν τὸ τεθνάναι αὐτῷ κρεῖττον εἶναι || αφού ο Σωκράτης αποφάσισε ότι γι' αυτόν ήταν καλύτερο να πεθάνει παρά να εξακολουθήσει να ζει.

§5.29. Το εἰδέναι, το ἐπίστασθαι και το μανθάνω:

με μετοχή σημαίνουν "γνωρίζω, ξέρω, καταλαβαίνω, μαθαίνω ότι κάτι είναι, υπάρχει",

με απαρέμφατο σημαίνουν "γνωρίζω, ξέρω, μαθαίνω να κάνω κάτι":

ΞΕΝ ΚΑναβ 6.6.17 ὃν [=Δέξιππον] ὑμεῖς ἐπίστασθε ὑμᾶς προδόντα || τον Δέξιππο που ξέρετε ότι σας πρόδωσε.

ΣΟΦ Αντ 472 εἴκειν δ' οὐκ ἐπίσταται κακοῖς || δεν ξέρει να συμβιβάζεται με τα δεινά.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.3.15 καὶ ἄρχεσθαι ἐπίσταμαι || ξέρω και να υπακούω.

ΞΕΝ Απομν 1.2.14 ᾔδεσαν Σωκράτην ἀπ' ἐλαχίστων μὲν χρημάτων αὐταρκέστατα ζῶντα, τῶν ἡδονῶν δὲ πασῶν ἐγκρατέστατονὄντα γνώριζαν ότι ο Σωκράτης ζούσε με ελάχιστα χρήματα εντελώς αυτάρκης και ότι ήταν πολύ εγκρατής προς όλες τις απολαύσεις.

ΟΜ Ιλ 7.238-239 οἶδ' ἐπὶ δεξιά, οἶδ' ἐπ' ἀριστερὰ νωμῆσαι βῶν ἀζαλέην || ξέρω πότε πρέπει να έχω στα δεξιά, ξέρω πότε πρέπει να έχω στ' αριστερά την ασπίδα τη στεγνή, από δέρμα βοδιού καμωμένη.

ΣΟΦ Φιλ 13 μὴ καὶ μάθῃ μ' ἥκοντα || μήπως και καταλάβει ότι έχω έρθει εδώ.

ΗΡΟΔ 4.164 καί μιν […] καταμαθόντες ἀγοράζοντα κτείνουσι || και όταν έμαθαν ότι περιδιαβάζει στην αγορά τον σκοτώνουν.

ΔΗΜΟΚΡ απ 244 μάθε δὲ πολὺ μᾶλλον τῶν ἄλλων σεαυτὸν αἰσχύνεσθαι || μάθε να ντρέπεσαι πολύ περισσότερο από τους άλλους τον ίδιο σου τον εαυτό.

ΠΛ Γοργ 456d ἔμαθεν πυκτεύειν τε καὶ παγκρατιάζειν καὶ ἐν ὅπλοις μάχεσθαι || έμαθε να αγωνίζεται στην πυγμαχία και στο παγκράτιο και να πολεμά με τα όπλα.

§5.30. Το μέμνημαι και το ἐπιλανθάνομαι:

με μετοχή σημαίνουν "θυμάμαι, λησμονώ ότι κάτι είναι, υπάρχει",

με απαρέμφατο σημαίνουν "θυμάμαι, λησμονώ να κάνω κάτι":

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.6.3 μέμνημαι ἀκούσας ποτέ σου || θυμάμαι ότι άκουσα κάποτε από σένα.

ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.39 καὶ ὅστις τε ὑμῶν τοὺς οἰκείους ἐπιθυμεῖ ἰδεῖν, μεμνήσθω ἀνὴρ ἀγαθὸςεἶναι∙οὐ γὰρ ἄλλως τούτου τυχεῖν || και όποιος από σας θέλει να δει τους δικούς του, να θυμάται να είναι γενναίος άνδρας, γιατί αλλιώς δεν πρόκειται να το πετύχει αυτό.

ΕΥΡ Βακ 188-189ἐπιλελήσμεθ' ἡδέως γέροντες ὄντες || μετά χαράς λησμονούμε ότι είμαστε γέροι.

ΗΡΟΔ 3.147 τουτέων μὲν τῶν ἔντολέων μεμνημένος ἐπιλανθάνετο || τις εντολές όμως αυτές λησμόνησε να τις θυμηθεί.

ΠΛ Πολ 563b ἐν γυναιξὶ δὲ πρὸς ἄνδρας και ἀνδράσι πρὸς γυναῖκας ὅση ἡ ἰσονομία καὶ ἐλευθερία γίγνεται ὀλίγου ἐπελαθόμεθ' εἰπεῖν || παραλίγο όμως να ξεχνούσαμε να πούμε πόση ισότητα δικαιωμάτων και ελευθερία διέπει τις σχέσεις των γυναικών με τους άνδρες και αντίστροφα.

§5.31. Το δεικνύναι, ἀποφαίνειν και το δηλοῦν:

με μετοχή σημαίνουν "αποδεικνύω, φανερώνω ένα γεγονός", "καταδεικνύω",

με απαρέμφατο σημαίνουν "εκφράζω μια άποψη", "παρουσιάζω ως", "ισχυρίζομαι", "υποδεικνύω", "αναγορεύω":

ΑΝΤΙΦ 2.4.8 δηλώσω οὐ παραγενόμενος || θα καταδείξω ότι δεν ήμουν παρών.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.14 πορευόμενοι ἀφίκοντο εἰς κώμας ὅθεν ἀπέδειξαν οἱ ἡγεμόνες λαμβάνειν τὰ ἐπιτήδεια || συνεχίζοντας την πορεία τους έφτασαν στους οικισμούς από τους οποίους τους υπέδειξαν οι οδηγοί να προμηθεύονται τα τρόφιμα.

ΗΡΟΔ 5.25 Ὀτάνεα ἀποδέξας στρατηγὸν εἶναι τῶν παραθαλασσίων ἀνδρῶν || αναγόρευσε αρχηγό των στρατευμάτων των παραθαλάσσιων περιοχών τον Οτάνη.

ΘΟΥΚ 4.36.1 οἱ δὲ ἀκούσαντες τὰς χεῖρας ἀνέσεισαν δηλοῦντες προσίεσθαι τὰ κεκηρυγμένα || και αυτοί όταν άκουσαν σήκωσαν τα χέρια ψηλά δείχνοντας ότι δέχονται όσα ανήγγειλε ο κήρυκας.

ΑΡΙΣΤΟΦ Πλ 269 δηλοῖς γὰρ αὐτὸν σωρὸν ἥκειν χρημάτων ἔχοντα || τον εμφανίζεις να έχει έρθει με πάρα πολλά χρήματα.

ΗΡΟΔ 1.129 Ἀστυάγης δέ μιν ἀπέφαινε τῷ λόγῳ σκαιότατόν τε καὶ ἀδικώτατον ἐόντα πάντων ἀνθρώπων || τότε ο Αστυάγης του έδειξε με επιχειρήματα ότι είναι ο πιο αδέξιος και πιο άδικος από όλους τους ανθρώπος.

ΠΛ Θεαιτ 168b τί ποτε λέγομεν, κινεῖσθαι ἀποφαινόμενοι τὰ πάντα || τι ακριβώς εννοούμε όταν εκφράζουμε την άποψη ότι όλα κινούνται.

Τελευταία Ενημέρωση: 05 Ιούν 2012, 10:18