Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Λογοθεραπεία- Λογοπεδική [Ζ3] 

Γρηγόρης Αμπατζόγλου - Γιάννης Τζιαρός (2001) 

Κείμενο 1: Τζιαρός, Γ. 1996. Η σημασία του προσδιορισμού της διάγνωσης ως προς τις Ειδικές Μαθησιακές Διαταραχές. Στο 10ο Παγκόσμιο Συνέδριο του Διεθνούς Κολλεγίου Παιδιατρικής και Φροντίδας του Παιδιού: Εφηβική Ιατρική (Περιλήψεις εργασιών, σελ. 34). Αθήνα.

ΕΙΔΙΚΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Ορισμός: Πρόκειται για ειδική αδυναμία εκμάθησης ανάγνωσης και γραφής, παρά την ύπαρξη φυσιολογικής νοημοσύνης και την αρτιότητα των αισθητηρίων οργάνων.

Η Ειδική Μαθησιακή Διαταραχή (ΕΜΔ) είναι κατά 85% κληρονομική και εμφανίζεται συχνότερα στα αγόρια απ' ό,τι στα κορίτσια - και μάλιστα σε σχέση 4 προς 1. Πολύ συχνά παρατηρείται σε άτομα με αριστεροχειρία, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διάγνωση. Τη συναντούμε σε όλους τους πολιτισμούς που έχουν αλφαβητικά γραπτά συστήματα.

Μετά από πάρα πολλές έρευνες και, κατά συνέπεια, πάρα πολλές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τον ορισμό και την ταξινόμηση των συμπτωμάτων, σήμερα η ΕΜΔ διακρίνεται σε δύο τύπους που πολύ σπάνια συνυπάρχουν στον ίδιο βαθμό στο ίδιο άτομο.

  1. Φωνολογική (ακουστική)
  2. Οπτική (εικόνας των λέξεων).

Σύμφωνα με τους δύο αυτούς τύπους το άτομο με ΕΜΔ παρουσιάζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

  1. Δυσκολία ακουστικής αντίληψης και διάκρισης των φθόγγων
  2. Δυσκολία οπτικής αντίληψης και μνήμης
  3. Δυσκολία στην πρόσληψη και στην οργάνωση του εκφραστικού λόγου (στα συστατικά στοιχεία της γλώσσας)
  4. Δυσκολία χωροχρονικού προσανατολισμού
  5. Δυσκολία προσανατολισμού στον χώρο (δυσκολία στην διάκριση αριστερού-δεξιού)
  6. Ανώριμη πλευρίωση (σύγχυση ως προς το κυρίαρχο χέρι, μάτι, πόδι, αυτί)
  7. Δυσκολία στην αντίληψη των εννοιών της διαδοχής, της σειράς και της διεύθυνσης
  8. Δυσκολία στην ανάπτυξη και στην επιλογή στρατηγικών μάθησης (φτωχές μεταγνωστικές ικανότητες)
  9. Επιπλέον, εμφανίζονται δυσκολίες στον κινητικό συντονισμό (αδεξιότητα).

Συνέπεια των χαρακτηριστικών που αναφέρθηκαν είναι να παρουσιάζεται το παρακάτω προφίλ στην ανάγνωση, στη γραφή και στη μαθηματική ικανότητα:

  1. Συλλαβική ανάγνωση
  2. Δυσκολία στη διάκριση λέξεων που αποτελούνται από τα ίδια γράμματα σε διαφορετική όμως σειρά
  3. Σύγχυση γραμμάτων που μοιάζουν ακουστικά
  4. Σύγχυση γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά
  5. Ανακριβής αντιστοίχηση γραφημάτων-φωνημάτων
  6. Αντικατάσταση νοήματος λέξεων
  7. Παρεμβολή φωνημάτων-γραφημάτων στις λέξεις.
  8. Πρόσθεση, έκθλιψη, αντικατάσταση γραφημάτων, συλλαβών ακόμη και λέξεων
  9. Στρεφοσυμβολία (στατική-κινητική)
  10. Ανεπαρκής χρήση μορφολογικών στοιχείων (στίξη, τελείες, κεφαλαία)
  11. Σύγχυση αριθμητικών συμβόλων
  12. Ελλιπής κατανόηση των κειμένων.

Κατά τη διάρκεια της εφηβικής περιόδου της ζωής, μερικά από τα χαρακτηριστικά της ΕΜΔ τείνουν να διαφοροποιηθούν προς το καλύτερο, κυρίως όσα αφορούν τον οπτικοκινητικό τομέα. Αντιθέτως, τα χαρακτηριστικά που αφορούν τον ακουστικοφωνητικό τομέα παραμένουν όπως έχουν.

Στην εφηβεία τα χαρακτηριστικά της ΕΜΔ διαμορφώνονται ως εξής:

  1. Αργός ρυθμός ανάγνωσης
  2. Συντόμευση των λέξεων
  3. Αλλαγή καταλήξεων στις λέξεις
  4. Αβεβαιότητα στη χρήση μικρών-κεφαλαίων γραμμάτων
  5. Ορθογραφική ασυνέπεια
  6. Δυσκολία στη κατανόηση γραπτών ερωτήσεων και γενικότερα μη ολοκληρωμένη κατανόηση των κειμένων.

Στη συγκεκριμένη βέβαια περίοδο της ζωής πέρα από τα τυπικά συμπτώματα της ΕΜΔ, κάνουν την εμφάνισή τους και προβλήματα ψυχοκοινωνικά ή αργότερα και επαγγελματικά που είτε προέρχονται είτε εντείνονται από τη σχολική αποτυχία.

Πρέπει να σημειωθεί ακόμη πως είναι εξαιρετικά σπάνια η συνύπαρξη όλων των συμπτωμάτων που αναφέρθηκαν και να τονιστεί πως κάθε περίπτωση ΕΜΔ είναι διαφορετική από τις άλλες και σχεδόν μοναδική σε σχέση με την ποσότητα και τη βαρύτητα των συμπτωμάτων.

Διάγνωση: Η διάγνωση αποσκοπεί:

  1. Στο να αποσαφηνιστεί αν πρόκειται για ΕΜΔ
  2. Στο να αξιολογηθεί η διαταραχή (είδος και βαρύτητα συμπτωμάτων)
  3. Στο να σηματοδοτηθεί η δημιουργία προγράμματος αποκατάστασης και να καθοριστεί ο τρόπος συνεργασίας ειδικών, γονέων και εκπαιδευτικών.

H διάγνωση πρέπει να είναι αποτέλεσμα συνεργασίας συγκεκριμένης διεπιστημονικής ομάδας και να προσεγγίζει όλες τις πτυχές του προβλήματος. Η ομάδα αυτή αποτελείται από παιδοψυχίατρο, παιδοψυχολόγο, λογοπεδικό, ειδικό παιδαγωγό, στους οποίους πολύ συχνά συντρέχουν ο παιδονευρολόγος, ο ωτορινολαρυγγολόγος και ο οφθαλμίατρος. Η συνεργασία αυτή είναι αναγκαία για την οριοθέτηση της διαταραχής.

Κατά τη διαγνωστική διαδικασία πρέπει να ληφθούν υπόψη πάρα πολλά πράγματα τα οποία έχουν συνοψιστεί και διατυπωθεί με τη μορφή κριτηρίων (Μάρκου 1994):

  • Iδιαιτερότητα: η διαταραχή παρατηρείται μόνο στην ανάγνωση και στην γραφή
  • Κανονική νοημοσύνη: απαραίτητη προϋπόθεση για να αποδοθεί ο όρος "ειδική" στη μαθησιακή διαταραχή είναι το εξεταζόμενο άτομο να έχει φυσιολογική νοημοσύνη
  • Απόκλιση: αφορά την απόκλιση που παρατηρείται μεταξύ των αναμενόμενων και των πραγματικών επιδόσεων του ατόμου στον γραπτό λόγο
  • Αποκλεισμός: πρέπει να αποκλειστούν οι αισθητηριακές βλάβες, οι βαριές εγκεφαλικές βλάβες, οι συναισθηματικές διαταραχές, η διγλωσσία, οι δυσμενείς οικογενειακές συνθήκες, η πολιτισμική αποστέρηση, τα φαινόμενα ιδρυματισμού
  • Γλωσσική εξέλιξη: η ελλιπής απόκτηση του προφορικού λόγου στη σχολική ηλικία οδηγεί σε μαθησιακές δυσκολίες που όμως οφείλονται ακριβώς στην κακή γλωσσική εξέλιξη και κατά συνέπεια δεν είναι ειδικές
  • Δυσαρμονία στο προφίλ της νοημοσύνης: αφορά τη διαφορά που μπορεί να παρατηρηθεί μεταξύ της οπτικής ικανότητας και της ακουστικής-λεκτικής μνήμης, και μεταξύ της οπτικοχωρικής ικανότητας και των λεκτικών στρατηγικών
  • Κληρονομικότητα: είναι αποδεδειγμένο πως η ΕΜΔ είναι κληρονομική και συναντάται σε πολλές γενεές.

Η ύπαρξη όλων των παραπάνω αιτιολογεί την αναγκαιότητα σύστασης της προαναφερθείσας διεπιστημονικής ομάδας, που με τις έρευνές της οδηγεί στη διαφοροδιάγνωση .

Πρέπει επίσης να αναφερθεί πως τα συμπτώματα που εμφανίζονται εξαιτίας της ΕΜΔ στον γραπτό λόγο και τα συμπτώματα μιας άλλης μαθησιακής δυσκολίας που οφείλεται π.χ. σε νοητική υστέρηση ή σε κάποια συναισθηματική διαταραχή είναι ίδια και μπορούν να παραπλανήσουν. Από την άλλη, η σύγχυση, η γενίκευση, καθώς και η μεγάλη συχνότητα μαθησιακών δυσκολιών, πολύ συχνά οδηγούν στην υπεραπλουστευμένη, στην εύκολη διάγνωση με αρνητικές συνέπειες για τη ζωή του ατόμου.

Όπως έχει αποδειχθεί από τα πορίσματα των διαγνωστικών διαδικασιών που ακολουθούνται στην Υπηρεσία Παιδιού και Εφήβου της Γ΄ Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ, ο όρος ΕΜΔ πάρα πολύ συχνά χρησιμοποιείται αναρμοδίως. Από τα εξεταζόμενα άτομα που έχουν παραπεμφθεί με την ένδειξη, και πολλά από αυτά ήδη φέρουν αυτό τον χαρακτηρισμό, στην πραγματικότητα ένα πολύ μικρό μόνο ποσοστό παρουσιάζει ΕΜΔ. Συνήθως η διαταραχή οφείλεται στους παράγοντες που αναφέρθηκαν στα κριτήρια του αποκλεισμού, της κανονικής νοημοσύνης και της γλωσσικής εξέλιξης και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί βέβαια ειδική.

Λογοπεδική εκτίμηση: Αποτελείται από τρία μέρη.

  1. Ερωτηματολόγιο που αφορά το ιστορικό του παιδιού, και είναι μεγάλης σημασίας γιατί δίνει πληροφορίες για την εξέλιξή του, αλλά και την εξέλιξη της διαταραχής ειδικότερα.
    Συγκεκριμένα περιλαμβάνει:
    • πληροφορίες για την ανάγνωση και τη γραφή (έναρξη, πορεία, αντιμετώπιση)
    • πληροφορίες για τη συμπεριφορά του παιδιού στο σχολικό και στο οικογενειακό περιβάλλον
    • πληροφορίες για την ανάπτυξη
    • πληροφορίες για ιατρικές εξετάσεις που έχουν προηγηθεί
    • πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του οικογενειακού περιβάλλοντος.
  2. Μη γλωσσικό μέρος που περιλαμβάνει:
    • κινητικές δοκιμασίες προσανατολισμού
    • οπτικές δοκιμασίες
    • δοκιμασίες συνδεδεμένες με κρίση και προσανατολισμό
    • ακουστικές δοκιμασίες
  3. Γλωσσικό μέρος που εξετάζει τη δομή του λόγου (μορφολογία, φωνολογία, συντακτικό), το περιεχόμενο (σημασιολογία) και τη χρήση του (πραγματολογία). Εξετάζει επίσης την ανάγνωση, τη γραφή, χωρίς βέβαια να παραλείπει την πλευρίωση και την κινητικότητα.
Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 13:24