ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Κατεβάστε τον Acrobat Reader

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Γλώσσα και Γραφή 

Μαρία Καραλή (2007) 

Επαναπροσδιορίζοντας το γραμματισμό

Η θεώρηση της παιδαγωγικής δραστηριότητας ως κάτι ευρύτερο της σχολικής εκπαίδευσης, που επιτελείται σε ποικίλους χώρους, που εμπεριέχει τη μετάδοση πολιτισμικών στοιχείων και προϋποθέτει πάντα μια στάση απέναντι στην πολιτισμική ιδεολογία (μονοπολιτισμική ή πολυπολιτισμική), παρέχει ένα καλό επιχείρημα για επαναπροσδιορισμό πολλών συναφών εννοιών όπως είναι η ανάγνωση, η γραφή και ο γραμματισμός. Οι κοινωνιογλωσσολογικές και εθνογραφικές σπουδές δεν εξετάζουν την ανάγνωση, τη γραφή και το γραμματισμό ως γνωσιακές δεξιότητες έξω από το περιβάλλον τους αλλά ως κοινωνικές και πολιτισμικές δεξιότητες. Για παράδειγμα, ο Bloome (1985, 134) όρισε την ανάγνωση ως εξής:


Εκτός από επικοινωνιακή διαδικασία η ανάγνωση είναι και κοινωνική διαδικασία. […] Τούτο σημαίνει πως η ανάγνωση προϋποθέτει κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους, ανάμεσα σε δασκάλους και μαθητές, ανάμεσα σε μαθητές, ανάμεσα σε γονείς και παιδιά και ανάμεσα σε συγγραφείς και αναγνώστες. Οι κοινωνικές σχέσεις που προϋποθέτει η ανάγνωση περιλαμβάνουν την εδραίωση κοινωνικών ομάδων και τρόπων διάδρασης με τους άλλους, την απόκτηση ή διατήρηση κοινωνικού κύρους και θέσης και την κατάκτηση της ικανότητας να στοχάζεται κανείς, να επιλύει προβλήματα, να αξιολογεί και να αισθάνεται κατά τον πολιτισμικά αρμόζοντα τρόπο.

Εκτός από την έμφαση στις κοινωνικές σχέσεις, οι εθνογραφικές και κοινωνιογλωσσολογικές μελέτες εστίασαν επίσης το ενδιαφέρον τους στα συμβάντα γραμματισμού (γεγονότα που προϋποθέτουν ή σχετίζονται με τη χρήση του γραπτού λόγου) καθώς και στις πρακτικές γραμματισμού (πολιτισμικά κοινοί τρόποι χρήσης και ερμηνείας του γραπτού λόγου σε συγκεκριμένες περιστάσεις, χωρίς να εξαιρούνται οι περιστάσεις στις οποίες αρμόζει ή όχι η χρήση του γραπτού λόγου). Ένα από τα ευρήματα των μελετών αυτών είναι ότι το φάσμα των πρακτικών γραμματισμού, οι οποίες διαφέρουν τόσο διαπολιτισμικά όσο και μέσα στον ίδιο πολιτισμό, είναι ευρύ. Οι διαφοροποιήσεις αυτές αφορούν τον τρόπο δόμησης και ερμηνείας του γραπτού κειμένου, τους ανθρώπους που συμμετέχουν ή είναι δυνατό να συμμετάσχουν στα συμβάντα γραμματισμού, τη χρονική στιγμή και τους λόγους για τους οποίους θα χρησιμοποιηθεί ο γραπτός λόγος. Από τα εν λόγω ευρήματα συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι είναι αδύνατο να καταρτίσουμε έναν πλήρη κατάλογο των γνωσιακών-γλωσσικών ικανοτήτων που συνιστούν το γραμματισμό. Γραμματισμός σημαίνει εκμάθηση των κατάλληλων πρακτικών γραμματισμού (αλλά και εκμάθηση τρόπων προσαρμογής σ' αυτές), που θεωρούνται επιθυμητές από την κοινότητα στην οποία ανήκει κανείς (είτε πρόκειται για έθνος, είτε για επάγγελμα, σχολική τάξη ή άλλη ομάδα). Συνάγονται επίσης ορισμένα ερωτήματα σχετικά με τους παράγοντες που ευνοούν κάποιες πρακτικές έναντι κάποιων άλλων, ενώ περιθωριοποιούν ορισμένες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμες από τα ίδια τα άτομα που εμπλέκονται σε δραστηριότητες γραμματισμού. Τα παραπάνω ερωτήματα οδηγούν άμεσα σε νέα ερωτήματα για τη συνάφεια των πρακτικών γραμματισμού και την άσκηση εξουσίας.

Διαπολιτισμικές μελέτες των πρακτικών γραμματισμού ώθησαν τους μελετητές να αμφισβητήσουν τη θεωρία της «Μεγάλης Διαίρεσης» [«Great Divide»]. Η θεωρία αυτή υποστηρίζει, εν συντομία, ότι υπάρχουν βαθιές διαφορές μεταξύ κοινωνιών του προφορικού και του γραπτού λόγου που περιλαμβάνουν την παιδεία, το σύστημα διακυβέρνησης, την οικονομική ανάπτυξη, τους τρόπους σκέψης, τη συσσώρευση γνώσης και την πολιτισμική οργάνωση. Παρόμοια, ορισμένοι ερευνητές υποστήριξαν ότι η ανάπτυξη ή κατάκτηση του γραμματισμού έχει συνέπειες (οφέλη) για τις γνωσιακές ικανότητες ομάδων και ατόμων.

Μια σειρά σημαντικών εθνογραφικών ερευνών έχει αποδείξει πειστικά ότι η θεωρία της Μεγάλης Διαίρεσης δεν είναι βάσιμη. Πρώτον, οποιεσδήποτε συνέπειες συσσωρεύονται, αποτελούν μάλλον αποτέλεσμα των πολιτισμικών πρακτικών στις οποίες εμπλέκεται ένα άτομο ή μια ομάδα, παρά εγγενή ιδιότητα του ίδιου του γραμματισμού. Δεύτερον, είναι εξίσου πιθανό οι πολιτισμικές ομάδες να προσαρμόσουν εισαγόμενες πρακτικές γραμματισμού στον δικό τους πολιτισμικό τρόπο ζωής και στις δικές τους ανάγκες ή να προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους στις πρακτικές αυτές. Τρίτον, όταν οι δάσκαλοι και όλοι όσοι εμπλέκονται στην παιδαγωγική διαδικασία θεωρούν ότι κάποιες κοινότητες παιδιών ή ενηλίκων χαρακτηρίζονται από αναλφαβητισμό, ελλιπή γραμματισμό ή δεν επιδέχονται εκπαίδευσης, ίσως πρόκειται για πολιτισμική προκατάληψη που καλλιεργεί το σχολείο. Τέτοιες προκαταλήψεις επηρεάζουν συχνά τον τρόπο αξιολόγησης και μόρφωσης των παιδιών από φτωχές οικογένειες, από έγχρωμες κοινότητες και από κοινότητες που μιλούν μη κυρίαρχα ιδιώματα (όπως η πρότυπη αγγλική).

Κατά την τελευταία εικοσαετία πραγματοποιούνται όλο και περισσότερες μελέτες με θέμα τις πρακτικές γραμματισμού που μεταχειρίζονται κοινότητα και οικογένεια. Οι μελέτες αυτές μπορούν να δώσουν στους εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να γνωρίσουν την ποικιλία των πρακτικών που χρησιμοποιούνται στις διάφορες κοινότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού. Θέτουν υπό αμφισβήτηση παραδεδομένες παραδοχές για την εκπαιδευσιμότητα, την εκμάθηση της ανάγνωσης και της γραφής, τη σημασία τους για τους ανθρώπους και τη θέση τους στη ζωή τους καθώς και τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιούνται. Το σημαντικότερο είναι ίσως ότι οι μελέτες αυτές θέτουν σε αμφισβήτηση τον ορισμό για την ανάγνωση, τη γραφή και το γραμματισμό που έχουν δώσει οι εκπαιδευτικοί αλλά και τις πολιτισμικές προκαταλήψεις που συχνά βρίσκουμε ενσωματωμένες στις σχετικές οδηγίες.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:42