Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Προστασία των μειονοτικών γλωσσών [Γ5] 

Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης (2001) 

Κείμενο 2: Για τα θεμελιώδη δικαιώματα και προστασία της γλωσσικής πολυμορφίας

Κατά τον de Witte (1989), η κλασική διάκριση ανάμεσα σε "θεμελιώδη δικαιώματα", τα οποία διασφαλίζονται για όλους, και σε "γλωσσικά δικαιώματα", τα οποία προορίζονται για γλωσσικές ομάδες, έχει χάσει μεγάλο μέρος από την εγκυρότητά της. H αντίθεση αυτή, που διατυπωνόταν ως ένα βαθμό στις Συνθήκες περί Προστασίας των Mειονοτήτων της περιόδου μετά τον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επαναχρησιμοποιήθηκε και διευρύνθηκε από τη θεωρία αλλά και από την πολιτική αντιπαράθεση. Tα δικαιώματα των μειονοτήτων δεν θεωρήθηκαν μάλλον συγκεκριμένα ατομικά δικαιώματα, αλλά αντανακλάσεις ή πρώτες εκδηλώσεις ενός καθεστώτος αυτοκαθορισμού, του μόνου αληθινού δικαιώματος ή φιλοδοξίας των μειονοτήτων. H περίοδος μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σφραγίζει την ήττα των παραδοσιακών μορφών προστασίας των μειονοτήτων και τον οριστικό θρίαμβο (τουλάχιστον στα χαρτιά) των θεμελιωδών δικαιωμάτων με χαρακτήρα ευρύτατα ατομικό. H θεωρητική αντίδραση σε αυτή την εξέλιξη του θετικού δικαίου συνίστατο στην ανάδειξη του γλωσσικού δικαίου σε αυτόνομο, αλλά περιθωριακό, επιστημονικό πεδίο.

Oι διαχωριστικές αυτές γραμμές δεν έχουν πλέον λόγο ύπαρξης. H εκλέπτυνση της θεωρίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων -από μεγάλο αριθμό συνταγματικών κειμένων και δικαστικών αποφάσεων που εμφανίστηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια- επιτρέπει να διαφανεί ότι η δημιουργική χρήση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που είναι καταγεγραμμένα σε συνθήκες και συντάγματα επιτρέπει την πραγματική προστασία της γλωσσικής πολυμορφίας. Kαταρχάς, μεγάλο μέρος των γλωσσικών δικαιωμάτων που διατυπώνονται ως τέτοια δεν αποτελούν παρά εξειδίκευση γενικότερων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Hελευθερία έκφρασης δεν ενέχει την ελευθερία να εκφράζεται κανείς στη γλώσσα της επιλογής του; Kαι η ελευθερία εκπαίδευσης, την ελευθερία να επιλέγει κανείς τη γλώσσα αυτής της εκπαίδευσης; Έπειτα, τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν έχουν πλέον χαρακτήρα αποκλειστικά ατομικό ή πρόθεση αφομοιωτική, αλλά εγγυώνται εξίσου τον κοινωνικό πλουραλισμό (καθιέρωση κοινωνικών δικαιωμάτων, "επικυρωτική" διάσταση της αρχής της ισότητας, κλασικές ελευθερίες που συνεπάγονται τη λήψη θετικών μέτρων εκ μέρους του κράτους). H ισότητα αποτελεί λοιπόν τη βάση του γλωσσικού πλουραλισμού, καθώς το δικαίωμα στη μόρφωση μπορεί να εμπεριέχει το δικαίωμα μόρφωσης στη μητρική γλώσσα, και η ελευθερία έκφρασης μπορεί να οδηγήσει στη λήψη από το κράτος θετικών μέτρων σε γλωσσικά θέματα.

Περιληπτική απόδοση από το de Witte (1989) Μαρία Αραποπούλου

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 12:05