Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Γλώσσα και φύλο [Β8] 

Ρούλα Τσοκαλίδου (2001) 

Κείμενο 4: Tσοκαλίδου, Ρ. 1999. Η χρήση της γλώσσας και τα δύο φύλα. Ομιλία στο πλαίσιο του προγράμματος "Αφιέρωμα στις σχέσεις των δύο φύλων". Επιτροπή Κοινωνικής Πολιτιστικής Δραστηριότητας Βιολογικού, Α.Π.Θ.

Μοντέλα ανάλυσης και κατανόησης των διαφορών των φύλων στη χρήση της γλώσσας

Έχουν προταθεί πολλά μοντέλα για να κατανοηθούν και να εξηγηθούν οι διαφορές των δύο φύλων στη γλωσσική τους συμπεριφορά (Coates 1993). Ένα από τα σημαντικότερα είναι το μοντέλο της διαφοράς και κυριαρχίας [difference/dominance]. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό οι διαφορές των δύο φύλων μπορεί να βασίζονται α) στις διαφορετικές υποκουλτούρες όπου ανήκουν και β) στον καταμερισμό της εξουσίας που ισχύει στην κοινωνία και που οδηγεί σε λιγότερη απόδοση εξουσίας στις γυναίκες. Οι διαφορετικές, όμως, υποκουλτούρες εντάσσονται και πάλι σε ένα κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο αναφοράς που προσδίδει θέσεις διαφορετικής ισχύος και εξουσίας στους άντρες και τις γυναίκες. Δηλαδή, οι δύο απόψεις για να αποκτήσουν ολοκληρωμένο νόημα θα πρέπει να συγκλιθούν και να ενσωματωθούν σε μία προσέγγιση διαφοράς στην εξουσία.

Παράλληλα με το παραπάνω μοντέλο, έχουν προταθεί και άλλες αναλύσεις από κοινωνιογλωσσολόγους, όπως το κύρος και η αλληλεγγύη [status and solidarity]. Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, οι γυναίκες στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν μια καλύτερη θέση στην κοινωνία (κύρος) είναι περισσότερο προσεκτικές στη γλωσσική τους συμπεριφορά, ενώ η πιο "απελευθερωμένη" χρήση της γλώσσας από τους άντρες δηλώνει την επιθυμία τους για αλληλεγγύη και ταύτιση με τους ομοφύλους τους.

Ένα από τα ισχυρότερα μοντέλα ανάλυσης των διαφορετικών κοινωνιογλωσσικών συμπεριφορών είναι αυτό των κοινωνικών δικτύων (Milroy 1980), το οποίο αντιμετωπίζει τους άντρες και τις γυναίκες ως μέλη κοινωνικών ομάδων συσχετισμένα με άλλα άτομα, οι οποίοι έτσι δημιουργούν κλειστά ή ανοικτά δίκτυα, που, κατ' επέκταση, καθορίζουν και την κοινωνιογλωσσική τους συμπεριφορά.

Μια άλλη διάσταση στο θέμα των διαφορών των δύο φύλων πρότεινε η ερευνήτρια-γλωσσολόγος Deborah Tannen (1990). Χαρακτηριστικά η Tannen αναφέρθηκε στις ισότιμα σημαντικές ανάγκες του κάθε ατόμου για ανεξαρτησία και συντροφικότητα. Οι άντρες κι οι γυναίκες διαφέρουν ως προς την προτεραιότητα που δίνουν στην κάθε μία από τις παραπάνω αξίες. Ενώ λοιπόν οι γυναίκες συμπεριφέρονται με γνώμονα τη συντροφικότητα και έπειτα την ανεξαρτησία, οι άντρες συχνά δίνουν την πρώτη θέση στην ανεξαρτησία. Αυτή η διαφορά δημιουργεί παρεξηγήσεις και προστριβές στις σχέσεις των δύο φύλων (για παράδειγμα, σε ένα ζευγάρι η γυναίκα θα συμβουλευτεί τον σύντροφό της πριν πάρει μια απόφαση περισσότερο από ό,τι ο άντρας), ενώ στην ουσία και οι δύο ανάγκες (ανεξαρτησία και συντροφικότητα) είναι απαραίτητες για όλους και όλες μας.

Οι διαφορές των δύο φύλων, όπως έχουν συζητηθεί παραπάνω, δεν μπορούν παρά να είναι το αποτέλεσμα της διαφορετικής κοινωνικοποίησης στην οποία υποβάλλονται τα κορίτσια και τα αγόρια από την αρχή της ζωής τους και η οποία τους οδηγεί σε μια γλωσσική συμπεριφορά που αποκρυσταλλώνεται μέσα από την ένταξή τους σε ομόφυλες ομάδες/ κοινωνικά δίκτυα. H προκαθορισμένη αυτή συμπεριφορά ενδυναμώνεται, ακόμη περισσότερο, κατά τη διάρκεια της σχολικής ζωής, όπου, άμεσα ή έμμεσα, δίνονται διαφορετικά μέσα και προσβάσεις στα αγόρια και τα κορίτσια. Tα αγόρια, που συνήθως είναι ζωηρότερα, απαιτούν και κερδίζουν περισσότερη προσοχή από τον/τη δάσκαλο/α, με συνέπεια τα κορίτσια να καταλαμβάνουν ευκολότερα μια παθητική θέση στα δρώμενα της τάξης. Επίσης, τα θέματα που προτιμούνται από τα αγόρια καταλαμβάνουν καλύτερη συχνά θέση στο αναλυτικό πρόγραμμα ή θεωρούνται σημαντικότερα, όπως οι θετικές επιστήμες και η πληροφορική.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 11:23