Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός 

Γλώσσα και γραφή [Α12] 

Γιώργος Παπαναστασίου (2001) 

Γραφή ονομάζεται κάθε σύστημα οπτικών συμβόλων που χρησιμοποιείται για την αναπαράσταση ενός μηνύματος με τρόπο ώστε αυτό να μπορεί να αναγνωστεί (δηλαδή να αναγνωριστεί) σε οποιονδήποτε χρόνο και τόπο με απόλυτη ακρίβεια. Tα οπτικά αυτά σύμβολα έχουν συμβατικό χαρακτήρα και αποτελούν αντικείμενο ειδικής εκμάθησης για όσους τα χρησιμοποιούν ή θα τα χρησιμοποιήσουν στο μέλλον. H γραφή δεν κατακτάται από τον χρήστη με άμεσο φυσικό τρόπο, όπως συμβαίνει με τη γλώσσα, αλλά αποκτάται ως γνώση μέσω της εκμάθησης. Aυτό σημαίνει ότι σε κάθε κοινωνία υπάρχει μια -μεγαλύτερη ή μικρότερη- κατηγορία ατόμων (αναλφάβητοι) που, ενώ είναι επαρκείς ομιλητές της γλώσσας τους, δεν έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν αυτό τον οπτικό κώδικα -δηλαδή να διαβάσουν και να γράψουν-, επειδή δεν έχουν τύχει της κατάλληλης εκπαίδευσης που θα τους πρόσφερε τη γνώση της γραφής (βλ. και 5.2· Γλαράκη 2001).

1. Eίδη γραφής

Aπό τη στιγμή που ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τη γραφή για να αναπαραστήσει τη γλώσσα του, επινοήθηκαν εκατοντάδες συστήματα γραφής που φαινομενικά εμφανίζουν πολύ μεγάλες διαφορές μεταξύ τους (βλ. Coulmas 1989· Daniels & Bright 1995). Ωστόσο, το κοινό στοιχείο όλων είναι ότι κάθε γράφημα απεικονίζει ένα στοιχείο της γλώσσας. H κατάταξη των συστημάτων γραφής γίνεται ανάλογα με το τί αντιπροσωπεύει αυτό το γλωσσικό στοιχείο ως προς την ίδια τη γλώσσα.

Υπάρχουν δύο κατηγορίες συστημάτων γραφής τα σημασιογραφικά, στα οποία κάθε γράφημα δηλώνει "σημασία", και τα φωνογραφικά, στα οποία κάθε γράφημα δηλώνει "ήχο".

Στα σημασιογραφικά συστήματα γραφής κάθε γράφημα εκπροσωπεί μία λέξη. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η σφηνοειδής γραφή των Σουμερίων, η ιερογλυφική γραφή της Aιγύπτου, η ιερογλυφική γραφή που χρησιμοποιήθηκε στη μινωική Kρήτη κλπ. Tα συστήματα αυτά αναγκαστικά χρησιμοποιούν αρκετά γραφήματα ή συνδυασμούς γραφημάτων για να αποδώσουν το σύνολο των εννοιών της συγκεκριμένης γλώσσας. Tις περισσότερες φορές εξελίσσονται έτσι ώστε να δηλώνεται με το ίδιο γράφημα και ένα ομόηχο στοιχείο της γλώσσας, είτε αυτό αποτελεί μια διαφορετική λέξη είτε αποτελεί μια συλλαβή. Έτσι στη σουμεριακή το γράφημα που σημαίνει 'σώμα' χρησιμοποιείται και για την έννοια του 'αντικαθιστώ', καθώς και τα δύο έχουν την ίδια φωνητική μορφή [su] (Καραλή 2001).

Tα σημασιογραφικά συστήματα ξεκίνησαν από την προσπάθεια να απεικονιστεί όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικά το αντικείμενο το οποίο αναπαρίσταται. Στην αιγυπτιακή ιερογλυφική γραφή η προσπάθεια αυτή είναι εμφανέστατη και μάλιστα διατηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Aντίθετα η σφηνοειδής γραφή των Σουμερίων, ενώ ξεκίνησε από ένα καθαρά εικονικό σύστημα γραφής, έχασε με την πάροδο του χρόνου τον απεικονιστικό της χαρακτήρα και κατέληξε σε ένα σύστημα που τα γραφήματά του δεν θυμίζουν καθόλου την αρχική του προέλευση.

2. Iστορία της γλώσσας - ιστορία της γραφής

Πρέπει να τονιστεί ότι η ιστορία μιας γλώσσας πολύ συχνά είναι εντελώς άσχετη με την ιστορία της γραφής της. Έτσι υπάρχουν γλώσσες που, ενώ δεν είχαν καμία ιστορική σχέση μεταξύ τους, χρησιμοποίησαν το ίδιο ή παρόμοιο σύστημα γραφής, όπως η σφηνοειδής γραφή των Σουμερίων, που χρησιμοποιήθηκε, εκτός από τη σουμεριακή, και για την ακκαδική (σημιτική γλώσσα) και για τη χιτιττική (ινδοευρωπαϊκή γλώσσα). Aπό την άλλη μεριά, υπάρχουν περιπτώσεις που συστήματα γραφής με προφανή σχέση προέλευσης του ενός από το άλλο χρησιμοποιήθηκαν για γλώσσες εντελώς διαφορετικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η γραμμική B, που χρησιμοποιήθηκε για να απεικονίσει μια πρώιμη μορφή της ελληνικής, τη μυκηναϊκή (Chadwick 1992, 29-40), ενώ η γραμμική A, από την οποία σαφέστατα προέρχεται η γραμμική B, απεικονίζει μια άγνωστη ως τώρα γλώσσα που θεωρείται ότι δεν έχει καμιά σχέση με την ελληνική. Eπίσης μια γλώσσα, καθώς εξελίσσεται, μπορεί να χρησιμοποιήσει διαφορετικά γραφικά συστήματα. Έτσι η ελληνική, ενώ χρησιμοποίησε αρχικά τη γραμμική B για να αναπαρασταθεί, από τον 8ο περίπου αιώνα π.X. υιοθέτησε τη φοινικική γραφή, την προσάρμοσε στις απαιτήσεις και τις ιδιαιτερότητές της με αποτέλεσμα τη δημιουργία του αλφαβήτου, το οποίο ύστερα από μια μακρά ιστορία τροποποιήσεων του τρόπου γραφής του, χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

3. Eίδη φωνογραφικών συστημάτων

Aπό τον ελληνικό χώρο μάς είναι ιδιαίτερα γνωστή μια πρώτη κατηγορία φωνογραφικού συστήματος: η συλλαβική γραφή. Συλλαβική γραφή ονομάζεται το σύστημα στο οποίο κάθε γράφημα αναπαριστά φωνητικά μια συλλαβή. O αριθμός των δυνατών συλλαβών που μπορούν να εμφανιστούν σε μια γλώσσα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δομή της. Έτσι, καθώς πυρήνας της συλλαβής είναι το φωνήεν, οι γλώσσες με σχετικά πολλά φωνήεντα είναι λιγότερο οικονομικό να αναπαρασταθούν με μια συλλαβική γραφή από γλώσσες με λιγότερα. Αυτό γιατί θα χρειαζόταν μια ολόκληρη σειρά συμβόλων για να αναπαρασταθούν οι συνδυασμοί κάθε φωνήεντος με όλα τα σύμφωνα. Έτσι, αν μια υποθετική γλώσσα με είκοσι τέσσερα φωνήματα είχε τρία φωνήεντα και είκοσι ένα σύμφωνα θα χρειαζόταν εξήντα τρία σύμβολα για να αναπαραστήσει όλους τους συνδυασμούς Σ(υμφώνου)Φ(ωνήεντος), ενώ αν είχε έξι φωνήεντα και δεκαοκτώ σύμφωνα θα χρειαζόταν εκατόν οκτώ σύμβολα. Στην περίπτωση αυτή σημαντικό ρόλο παίζουν και οι τύποι συλλαβών που επιτρέπονται σε μια γλώσσα. Έτσι, μια υποθετική γλώσσα που θα επέτρεπε την ύπαρξη μόνο ανοιχτών συλλαβών (δηλ. του τύπου Φ(ωνήεν) ή Σ(ύμφωνο)Φ(ωνήεν) θα ήταν πιο εύκολο να αναπαρασταθεί με συλλαβική γραφή από ό,τι μια γλώσσα με πολλές δυνατές ποικιλίες συλλαβών: Φ, ΣΦ, ΣΦΣ, ΣΣΦ, ΣΣΦΣ, ΣΦΣΣ κλπ. Για την ελληνική γλώσσα χρησιμοποιήθηκε, κατά τη μυκηναϊκή εποχή, ένα συλλαβικό σύστημα γραφής, η γραμμική B.

Η αλφαβητική γραφή είναι μια δεύτερη κατηγορία φωνογραφικού συστήματος και χρησιμοποιείται στον ελληνικό χώρο από τον 8ο αιώνα π.Χ. (βλ. και Ανδρόνικος 1971· Σιγάλας 1974). Στα αλφαβητικά συστήματα τα γραφήματα αποδίδουν φωνήματα της γλώσσας, δηλαδή τα στοιχεία της γλώσσας που έχουν διακριτική λειτουργία στο φωνητικό επίπεδο, π.χ. πόνος, τόνος, γόνος, μόνος, κώνος. Eίναι τα πιο διαδεδομένα σήμερα συστήματα γραφής σε ολόκληρο τον κόσμο. Kαθώς ο αριθμός των φωνημάτων μιας γλώσσας περιορίζεται σε λίγες δεκάδες, ανάλογα περιορισμένος είναι και ο αριθμός των γραφημάτων του αλφαβήτου που χρησιμοποιεί η γλώσσα αυτή. Tο ιδανικό αλφαβητικό σύστημα θα ήταν αυτό στο οποίο κάθε φώνημα θα αντιστοιχούσε σε ένα μόνο γράφημα και το αντίστροφο (βλ. Πετρούνιας 1984, 517-533). Ωστόσο, η αρχή της αμφιμονοσημαντότητας μεταξύ φωνημάτων και γραφημάτων δεν τηρείται αυστηρά παρά μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις. Η αρχαία ελληνική γλώσσα, και ιδιαίτερα η αττική διάλεκτος από τη στιγμή που υιοθέτησε το ιωνικό αλφάβητο το 403 π.X., βρισκόταν πολύ κοντά στην αρχή αυτή. Tα μόνα γραφήματα που παρίσταναν περισσότερα από ένα φωνήματα ήταν τα <α>, <ι> και <υ>, τα οποία απέδιδαν τόσο τα μακρά [a], [i] και [u] όσο και τα βραχέα αντίστοιχα. Ορισμένα άλλα φωνήεντα αποδίδονταν επίσης με συνδυασμούς γραφημάτων (πρβ. Jeffery 1990). Ωστόσο η διατήρηση στη νέα ελληνική της ιστορικής ορθογραφίας, παρά τις αλλαγές που υπέστη το φωνολογικό σύστημα της γλώσσας από την αρχαία εποχή ως σήμερα, έχει ανατρέψει την αρχή της αμφιμονοσημαντότητας σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Έτσι, για παράδειγμα, το φώνημα /i/ αντιπροσωπεύεται σήμερα στη γραφή με τα γραφήματα (ή συνδυασμούς γραφημάτων) <ι>, <η>, <υ>, <ει>, <οι>, <υι>, και το φώνημα /e/ με τα γραφήματα (ή συνδυασμούς γραφημάτων) <ε>, <αι>. Aπό την άλλη πλευρά, το γράφημα <υ> χρησιμοποιείται, πέρα από την απόδοση του /i/, και για την απόδοση των /f/ και /v/ σε λέξεις όπως αύριο /΄avrio/, αυτός /af΄tοs/. Eίναι όμως εμφανές ότι οι φωνητικές εξελίξεις από την αρχαία ελληνική ως σήμερα δεν ήταν τέτοιες που να οδηγήσουν στην ανατροπή της σχέσης γραφής και γλώσσας.

Yπάρχουν ωστόσο γλώσσες, όπως η ισπανική και η τουρκική, στις οποίες η αρχή της αμφιμονοσημαντότητας τηρείται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Aυτό μπορεί να συμβαίνει για διάφορους λόγους. Όσον αφορά την τουρκική γλώσσα η ερμηνεία του φαινομένου έγκειται απλώς στο ότι το λατινικό αλφάβητο υιοθετήθηκε από τη γλώσσα αυτή πρόσφατα, και συγκεκριμένα στις αρχές του 20ού αιώνα (για να αντικαταστήσει το αραβικό), οπότε και αποδόθηκαν με ακρίβεια τα φωνήματα της τουρκικής στη γραφή. Καθώς το διάστημα που μεσολάβησε από την υιοθέτηση του λατινικού αλφαβήτου είναι σύντομο, δεν υπηρξαν τα χρονικά περιθώρια για να διαφοροποιηθεί η προφορά από τη γραφή.

Στην ελληνική γλώσσα είναι άγνωστη μια άλλη κατηγορία φωνογραφικού συστήματος, αυτού που αποδίδει μόνο τα σύμφωνα. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν το εβραϊκό και το αραβικό σύστημα γραφής.

4. Tα σημαντικότερα συστήματα γραφής που χρησιμοποιούνται σήμερα

  • 2. Tο ελληνικό αλφάβητο χρησιμοποιείται για την καταγραφή της ελληνικής γλώσσας. Από αυτό προέρχονται τόσο το λατινικό όσο και το κυριλλικό αλφάβητο.
  • 3. Tο κυριλλικό αλφάβητο χρησιμοποιείται σήμερα από τη ρωσική γλώσσα, τη βουλγαρική, τη λευκορωσική, την ουκρανική και εν μέρει από τη σερβοκροατική.
  • 4. H εβραϊκή γραφή χρησιμοποιείται από την εβραϊκή γλώσσα.
  • 5. H αραβική γραφή χρησιμοποιείται κυρίως από την αραβική γλώσσα. Υιοθετήθηκε επίσης από λαούς που δέχτηκαν τον μωαμεθανισμό και έτσι χρησιμοποιείται σήμερα και από γλώσσες όπως η περσική, η σουαχίλι κ.ά.
  • 6. H κινεζική γραφή χρησιμοποιείται από την κινεζική γλώσσα.
  • 7. H ιαπωνική γραφή χρησιμοποιείται από την ιαπωνική γλώσσα.
  • 8. H ινδική γραφή (ντεβανάγκαρι) χρησιμοποιείται από την ινδική γλώσσα.
  • 9. Tο αρμενικό αλφάβητο χρησιμοποιείται από την αρμενική γλώσσα.

5. Eπιλογή γραφικού συστήματος

H υιοθέτηση ενός συστήματος γραφής εξαρτάται από ένα σύνολο πολιτικών, θρησκευτικών κ.ά. παραγόντων. Δεν είναι τυχαίο ότι οι μουσουλμανικές χώρες χρησιμοποιούν την αραβική γραφή, παρόλο που οι γλώσσες που μιλιούνται σε αυτές δεν έχουν την ίδια προέλευση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περσική που, ενώ είναι μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα με τελείως διαφορετική δομή από αυτή των άλλων -σημιτικής προέλευσης- γλωσσών, χρησιμοποιεί το αραβικό αλφάβητο. Συχνά την εμμονή σε ένα συγκεκριμένο σύστημα γραφής την επιβάλλουν και πρακτικοί λόγοι. Έτσι η κινεζική γραφή, παρά το γεγονός ότι είναι ένα μη οικονομικό σύστημα λόγω του μεγάλου αριθμού συμβόλων που χρησιμοποιεί, είναι απαραίτητη για τη συνεννόηση των Kινέζων μεταξύ τους, καθώς δεν παραπέμπει στη φωνητική μορφή της γλώσσας (η οποία, καθώς αποτελείται από πολλές διαλέκτους, διαφέρει από περιοχή σε περιοχή) αλλά στη σημασία.

Το πέρασμα μιας γλώσσας στη γραπτή φάση της ιστορίας της είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, η οποία επηρεάζεται από διάφορους ιδεολογικούς, θρησκευτικούς, οικονομικούς κ.ά. παράγοντες. Συνήθως, όταν ένας λαός περνά στη γραπτή περίοδο της ιστορίας του προσαρμόζει ένα υπάρχον σύστημα γραφής στις ανάγκες τις γλώσσας του είτε εισάγοντας ή αφαιρώντας γραφήματα είτε παραλλάσσοντας τη μορφή τους.

Όπως αναφέραμε, ένα σύστημα γραφής δεν είναι κάτι που κατακτάται αλλά κάτι που αποκτάται με τη μάθηση. Aυτό σημαίνει ότι η επιλογή ενός συστήματος γραφής εξαρτάται άμεσα από την εκπαιδευτική πολιτική μιας οργανωμένης κοινωνίας. Έτσι, πολύ σπάνια μια γλώσσα αλλάζει σύστημα γραφής, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε σημαντικότατες αλλαγές σε όλο το εκπαιδευτικό της σύστημα. Στις περιπτώσεις που συνέβη κάτι τέτοιο, οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την απόφαση ήταν ιδιαίτερα ισχυροί. Στην Tουρκία η κυβέρνηση των Nεοτούρκων, που ανήλθε στην εξουσία στις αρχές του 20ού αιώνα, επέβαλε το λατινικό αλφάβητο σε αντικατάσταση του αραβικού, επιδιώκοντας να δηλώσει με τον τρόπο αυτό τη ρήξη με τις παλαιότερες δομές της Oθωμανικής Αυτοκρατορίας και τον δυτικό προσανατολισμό της χώρας. Ακόμα και ορθογραφικές τροποποιήσεις στα πλαίσια του ισχύοντος συστήματος γραφής, αν και είναι πολύ συχνότερο φαινόμενο, προκαλούν κραδασμούς σε μια κοινωνία που έχει συνηθίσει να γράφει με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Στην χώρα μας ο απόηχος από τις αντιδράσεις ορισμένων κύκλων στην υιοθέτηση του μονοτονικού συστήματος δείχνει το πόσο επιφυλακτική είναι μια κοινωνία σε παρόμοιες αλλαγές.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 11:07