Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτοευθυγράμμιση
1 εγγραφή
αυτοευθυγράμμιση [aftoefθiγrámisi] η, (L) mechanics
  • automatic alignment

[fr kath (neol) αυτοευθυγράμμισις, cpd w. ευθυγράμμισις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες