Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανεμοκυκλοπόδης
1 εγγραφή
ανεμοκυκλοπόδης [anemociklopó∂is] ο, (D) & lit
  • quick, fast, swift (as the wind) (syn ανεμοπόδαρος, ανεμοπόδης, γοργοπόδαρος, φτεροπόδαρος):
    • ερχόταν ~ πολεμιστής με φαρμακερές σαγίτες, ανυπόμονος να κάμει και να δείξει (Karkavitsas) |
    • folks. μαύρε μου γοργογόνατε κι ανεμοκυκλοπόδη (Theros) |
    • poem μπρος, πίσω, τίποτε. Xορός ~ (Palam)

[cpd of *ανεμόκυκλος & MG πόδιν]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες