Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγιοταφιτικός
2 εγγραφές [1 - 2]
αγιοταφίτικος, -η, -ο [ayiotafítikos]
  • of or coming fr the Holy Sepulchre:
    • αγιοταφίτικο μοναστήρι, μετόχι |
    • αγιοταφίτικη εκκλησία |
    • αγιοταφίτικα χτήματα |
    • αγιοταφίτικες εικόνες, αγιοταφίτικα κομπολόγια, ~ σταυρός |
    • αγιοταφίτικο κερί |
    • folks. αγιοταφίτικε σταυρέ και χώμα τ' Άγιου Tάφου |
    • poem προίκα της εκκλησιάς σταυροί |...| τρίφυλλα αγιοταφίτικα | κονίσματα, πανέρια (Agras)

[der of αγιοταφίτης, as is also αγιοταφιτικός]

αγιοταφιτικός, -ή, -ό [ayiotafitikós] (L) = αγιοταφίτικος
:
  • αγιοταφιτική αδελφότητα |
  • με προσαρτά για μια στιγμή στη μοναστηριακή αγιοταφιτική οικογένεια (Theotokas).
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες