Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Πλαστικά παραμύθια εισαγωγής

Π. ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

Αν με τους μύθους ο άνθρωπος δοκίμασε να ερμηνεύσει τον κόσμο και να τον απομαγεύσει, τα εικονογραφημένα παραμύθια που κατασκευάζει η γιγαντιαία βιομηχανία του θεάματος, όπως και τα μυθάρια που εισάγει στην αγορά η διαφήμιση, τείνουν προς τον εντελώς αντίθετο στόχο: να πλανέψουν, να μαγέψουν, να αποβλακώσουν. Μπορεί λοιπόν οι Απόκριες να πέφτουν πολύ μακριά ακόμα, ωστόσο, όποιος θα 'θελε να κερδίσει ένα εύκολο στοίχημα θα ποντάριζε ότι το χρόνο που έρχεται τα περισσότερα κοριτσάκια θα ντυθούν Ποκαχόντας - ώστε να αντιρροπηθεί έτσι η μανία των αρσενικών συνομηλίκων τους να μασκαρεύονται σαν τους εξαμβλωματικούς Πάουερ Ρέιντζερς αλλά και να μιλάνε σαν κι εκείνους (τουτέστιν να μασάνε ουρλιαχτά και γαβγίσματα) και να κινούνται σαν κι εκείνους (δηλαδή να ταλαιπωρούν το κορμάκι τους και να το θέτουν εν κινδύνω ανοιγοκλείνοντας το σε ποικίλα αντιανθρώπινα σχήματα). Και τι εστί Ποκαχόντας; Μια Ινδιανούλα που αγάπησε έναν ευαίσθητο λευκό, έναν Άγγλο πιονιέρο, και από κοινού θέλησαν να φέρουν τους λαούς τους σε κάποια επικοινωνία, με ευτυχή βεβαίως κατάληξη όπως ταιριάζει στα παραμύθια.

Την ιστορία της Ποκαχόντας λοιπόν ανέλαβε η εταιρεία Γουώλτ Ντίσνεϋ (ο οιονεί Άντερσεν της βιομηχανικής εποχής) να τη μετασκευάσει σε μύθο οικουμενικής καταναλώσεως, να εφοδιάσει δηλαδή το μυαλουδάκι των παιδιών με νέα κλισεδάκια και την αγορά με δεκάδες παραποκαχόντεια είδη. Η ταινία μόλις άρχισε να παίζεται στους ελληνικούς κινηματογράφους, ωστόσο η πρόκληση ενδιαφέροντος (ή και μανίας) είχε αρχίσει πολύν καιρό πριν, και μάλιστα με μια συστηματικότητα που μάλλον σπανίζει στην αγορά μας. Στις άλλες ταινίες ή βιντεοταινίες κινουμένων σχεδίων που έβλεπαν τα παιδιά υπήρχε ένα ορεκτικό πρόγευμα του αναμενόμενου κινηματογραφικού έπους. Τη μαζική όρεξη είχαν αναλάβει να την κρατάνε ανοιχτή τα ταχύτατα μεταφρασθέντα βιβλιαράκια, οι αφίσες, οι κασέτες, ενώ αναμένεται να δράσουν και οι κούκλες - Ποκαχόντας, τα ψευτομπιζουδάκια με την Ποκαχόντας, τα ρουχαλάκια αλά Ποκαχόντας, τα αυτοκόλλητα με το προσωπάκι της, οι σοκολάτες, οι τσίχλες και βεβαίως τα πολυπωλούμενα αυγά με τα παιγνιδάκια, που δεν θ' αφήνουν ανεκμετάλλευτη τη νέα αποδοτικότατη "ήπειρο", αλλά θα σπεύσουν να πλασάρουν πλαστικοποιημένη τη σκηνή της Ινδιανούλας, το βαρκάκι της, τα ζωάκια που τη συνοδεύουν κ.ο.κ. Μια ακμαιότατη βιομηχανία ψευδαισθήσεων και πλαστικής τρυφερότητας.

Όσοι έχουν παιδιά μεταξύ τριών και δέκα ετών, θα 'χουν ήδη ακούσει την παραπονεμένη ή οργισμένη φωνή των βλαστών τους να τους επικρίνει που δεν κάνουν τίποτε για να δουν μια ώρα αρχύτερα στο πανί την Ινδιανούλα. Και θα 'χουν ήδη αρχίσει να σκέφτονται πόσο γρήγορα τελείωσε η βασιλεία του Σίμπα και του Μουφάσα, που είχε εγκαθιδρυθεί στα παιδικά μυαλά με τις ίδιες μεθοδεύσεις και με τους ίδιους στόχους όσο γρήγορα είχε τελειώσει κι η βασιλεία του Μπαλού του αρκούδου, που εκείνος τουλάχιστον ήταν και ευρηματικά γλεντζές…

Δεν είναι βέβαια ελληνική αποκλειστικότητα ετούτο το δραματάκι. Η αυτοκρατορία που έστησε ο Ντίσνεϊ απευθύνεται στην παγκόσμια αγορά, και τα προϊόντα της έχουν την ευχέρεια της κόκα - κόλας στη διάβαση των συνόρων (αλλά και των ψυχοπνευματικών φραγμών). Ορισμένοι αισιόδοξοι ίσως ισχυριστούν ότι δεν είναι κακό πράγμα αυτού του τύπου η οικουμενικότητα, δεν είναι κακό πράγμα να έχουν τις ίδιες επιθυμίες τα ελληνάκια και τα γαλλάκια, τα αμερικανάκια και τα γιαπωνεζάκια, τα βραζιλιανάκια και ίσως και κάποια αφρικανάκια. Μολαταύτα, δεν χρειάζεται να συγκαταλέγεται κανείς σε όσους ευκολύνονται να χρησιμοποιούν τα σχήματα της δαιμονολογίας για να υποστηρίξει ότι δεν είναι κοινωνικώς και πολιτισμικώς ασήμαντα δύο τινά πρώτον, η απέραντη ευκολία και η απίστευτη ταχύτητα με την οποία επιβάλλονται οικουμενικώς -είδωλα-, πρότυπα, καταναλωτικές συνήθειες και μοντέλα, σκέψης και αξιολόγησης των ανθρωπίνων και δεύτερον ο μονόδρομος που ακολουθούν οι σχετικές διαδικασίες: από την αμερικανική μητρόπολη προς την περιφέρεια προς τις πολιτισμικές αποικίες. Επιστροφή και ανάδραση δεν υπάρχει, πιθανόν ούτε δυνατότητα διαφυγής.

Δεν θα χαθεί βέβαια ο κόσμος που τα παιδιά δεν ξέρουν το Κολλητήρι του Καραγκιόζη αλλά ξέρουν και την τελευταία ατάκα που πετάει ο Τίμων στο "Βασιλιά των Λιονταριών". Ωστόσο, μάλλον κάτι σημαίνει το γεγονός ότι για να νιώσουν πως βρίσκονται ισότιμα εντός της σκληρότατης μικροκοινωνίας τους πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζουν απέξω κι ανακατωτά την περιπέτεια του βασιλέως λιονταρή ή της Ινδιανούλας, και ότι για να νιώσουν δικό τους το λιοντάρι ή το Ινδιανάκι δεν αρκεί να ξέρουν τα σχετικά τραγούδια, αλλά πρέπει να αγοράσουν και να επιδείξουν στους φίλους τους όλα τα συμπαρομαρτούντα, που δεν είναι και λίγα. Ήδη λοιπόν το καθετί που τους δίνει μια κάποια χαρά, παύει να συνιστά αξία χρήσης και νοθεύεται ευθύς εξαρχής. Ήδη, μπαίνουν στον κόσμο των μεγάλων, πριν καν γλεντήσουν την αφέλειά τους. Ήδη η φαντασία τους υποσιτίζεται και οι διαφορές τους πολτοποιούνται. Ώστε να καταστεί εύκολος ο τηλεχειρισμός τους, όπως και των γονιών τους.

Ο Π. Μπουκάλας είναι εκπαιδευτικός και δημοσιογράφος.

Α. Ανάγνωση κατανόηση του κειμένου 1. Είναι θετική ή αρνητική η θέση του συγγραφέα για τους σύγχρονους μύθους και πού φαίνεται αυτό; 2. Ποια είναι τα δύο στοιχεία που δεν μπορεί, κατά τον συγγραφέα, να θεωρηθούν "πολιτικώς και κοινωνικώς ασήμαντα" σε σχέση με τα σύγχρονα είδωλα - πρότυπα;