ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΕΠΙΛΟΓΕΣ

Ανθολογίες 

Ανθολόγηση νεοελληνικής λογοτεχνίας (19ος-20ός αι.) 

 

Χορν, Παντελής

Το Ανεχτίμητο
(απόσπασμα)

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΥ

ΑΝΤΡΕΑΣπρωτομάστορας.
ΦΛΑΝΤΡΩγυναίκα του.
ΚΥΡΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗμάννα της.
ΠΕΤΡΟΣγέρος μάστορας πιστὸς τ' Ἀντρέα.
ΘΥΜΙΟΣψυχογιὸς τοῦ πρωτομάστορα.
ΜΑΣΤΡΟ−ΚΟΚΟΒΙΟΣ.  
ΤΟ ΜΑΘΗΤΟΥΔΙ.  
ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟποὔγινε ὡριὸ κοράσι.
 Ἄλλοι μαστόροι καὶ μαθητάδες
 Νεράϊδες καὶ Καλλικαντζάροι

Ἡ σκηνὴ στὴν Ἄρτα μιὰ φορὰ κ' ἕναν καιρό.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΦΤΕΡΟ

Κάμπος. Οἱ ὄχτοι τοῦ ποταμιοῦ χάνονται βαθιὰ στὴ σκηνὴ πίσω ἀπὸ πυκνὰ δέντρα. Νύχτα φεγγαροφώτιστη.

Ἕνας Καλλικάντζαρος κυνηγάει τὸ στοιχειὸ ποὔγινε ὡριὸ κοράσι.

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ (τρέχοντας).

Στάσου, μωρὲ τσαχπίνα.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

(Στὸ τρέξιμό του χώνεται πίσω ἀπ' τὰ δέντρα).

Σὲ γελάσανε, γαϊδουροπόδαρε… Ἔ; μὲ λαχταρᾶς;… Ἄϊ ν' ἁρπάξῃς μιὰ γυναίκα πιστὸ ταῖρι ἑνὸς τσοπάνη καὶ τὸ ἄχτι σου θὰ βγάλῃς καὶ ἐκεῖνος θὰ τὰ χάσῃ παραιτώντας καὶ κοπάδι καὶ γιαούρτια καὶ τυριά… Γάβ, γάβ, οἱ σκύλλοι θὰ φωνάζουν καὶ θὰ γίνῃ χαλασμός.

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

(Πηγαίνοντας πίσω ἀπ' τὰ δέντρα). Τώρα σένα θὲ ν' ἁρπάξω ποὖσαι γρήγορη στὰ πόδια, τὰ κουνᾶς καὶ τὰ λυγίζεις, θᾶσαι ἀμάν… τοῦ χαλασμοῦ.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

(Ἔρχεται πηδώντας μπρὸς στὴ σκηνή). Χά! χά! χά! λαχτάρα ποὔχεις, λὲς θὰ σπείρῃς ἀντρειωμένο στὸ χωράφι μου ἄ σ' ἀφήσω.

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

(Πηδάει καὶ τὸ ἀγκαλιάζει). Δὲ μοῦ φέβγεις τώρα δὰ ποὺ σὲ κρατάω… Πᾶμε κεῖ πίσω ἀπ' τὰ δέντρα… (Τὸ τραβάει). Μέσ' στὰ φύλλα θὰ σὲ ρίξω, ὅλη τὴν Πλάση θὰ σοῦ δείξω… γαργαλίσματα… πιπιλίσματα… (Λιγωμένος μὲ λαγνεία τὸ τραβάει). Ἔλα…

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Μὴ μὲ πολυμαλάζεις… τὰ φίδια ποὔχω (κοροδεφτικὰ) τοῦ κόρφου μου στολίδια, θὰ ξυπνήσουν καὶ θὰ πιπιλίσουν τὶς γαϊδουρινές σου γάμπες… Ἔ! δὲ μ' ἔνοιωσες ἀκόμα; … Ἤ θέλεις ν' ἀγριέψω; … Δὲ στεγνώνεις ἴσα μ' ἄβριο τὴν ἀβγὴ ἄ σὲ ραντίσω μὲ τοῦ ποταμιοῦ τὸ μάνιασμα… (Μουγκρίζει). Μμ… Μμ… Μμ… (ἀφτὸς ξαφνιάζεται κ' ἐκεῖνο τοῦ λέει κοροδεφτικά) Γιὰ δὲς γλυκὰ ναζάκια ποὺ σοῦ κάνω… ἔλα, τί ξαφνιάστηκες;…

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Ὡραῖα μοῦ τὴν κατάφερες… πῶς ἔγινες ἔτσι; Χά! χά! χά! ἀστεῖο, μὰ τὴν ἀλήθεια… Σὺ, μωρὲ, θὰ ρεζιλέψῃς τὶς Νεράϊδες μὲ τὴ θωριὰ ποὺ πῆρες… Μὰ νὰ σοῦ πῶ, τί βγαίνει πῶς εἶσαι τὸ στοιχειὸ τοῦ ποταμιοῦ; … Γὼ ξέρω τί βλέπω… Μούγκριζε, μούγκριζε, τί μὲ κόφτει, ἔτσι μοῦ φαίνεται πὼς μουγκρίζει ἡ πεντάμορφη στοῦ πόθου τὶς ἀνατριχίλες… καὶ νὰ σοῦ πῶ, ἄ δὲ σεβόμουνα τὰ γεράματά σου, ἔ! μὰ τῆς καλόγριας τὸ ζουνάρι… (τρίβει τὰ χέρια του) κακὰ ξεμπερδέματα θἄχαμε… Ἄχ! μωρὲ γεροτσουκνίδα, σὺ μοὔγινες μπουμποῦκι… Πῶς τὰ κατάφερες;

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Δὲν εἶναι καὶ καμιὰ σοφία νὰ γίνῃς γυναίκα.

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Σοφία δὲν εἶναι… μὰ εἶναι τρέλ…λα. Δὲ μοῦ λὲς ὅλα ἔτσι; Ἔ!… ὅλα!… Εἶμαι κομάτι περιέργος, μὰ πρέπει τὸ καθετὶς κανεὶς νὰ ψάχνῃ, σ' ὅλα νὰ μπαίνῃ…

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Σσ!… πάψε. Ἀκόμα στὰ σύγκαλά σου δὲν ἦρθες! Σκάσε… ἀφτὸ δὲν τὸ μαθαίνεις.

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Σένα πῶς σοῦ ἀρέσει παντοῦ νὰ τρυπώνῃς καὶ ὅλα νὰ τὰ ξετάζῃς, ὅλα νὰ τὰ ξέρῃς;… Στὸ δέντρο καθισμένος κρυφοτήραγες μιὰ μέρα ἕνα κορίτσι παχουλὸ κ' ἔξαφνα πέφτεις δροσιᾶς σταλιὰ, περνᾶς τὸν ἀλαντζά σου καὶ σιγὰ, σιγὰ κυλώντας φτάνεις στὸν κόρφο του… φ!… μιὰ κρυάδα τὄπιασε τρεμουλιαστὴ ποὔκανα πολὺ χάζι.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Κἄτι τέτια πῶς τὰ θυμᾶσαι; Γένου δροσιὰ καὶ σύρσου στὸ κορμί μου…

ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Οὔ νὰ χαθῇς γεροντόκορμο, δροσιὰ σοῦ χρειάζεται… Μὰ φώναξέ μου τὶς Νεράϊδες γιατὶ μοῦρθε λυγούρα.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Καὶ γὼ ἀφτὲς χρειάζουμαι. Μωρὲ ζήλεια ποὺ θἄχουνε πριχοῦ μάθουν πῶς μὲ λένε.

(Κρύβεται πίσω ἀπ' τὰ δέντρα καὶ σφυρίζει δυνατὰ πολλὲς φορές. Σὲ λίγο ἔρχονται Νεράϊδες μιὰ μιὰ ἀπὸ διάφορες μεριὲς, ἀνάκατα μὲ Καλλικαντζάρους).

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Πέρα κεῖ στὴ λίμνη ποῦ τὴ μέρα μου περνῶ ἦρθε μιὰ κοπέλλα τὰ πόδια της νὰ πλύνῃ, σἄν τὸ γάλα γίνανε… χαρὰ ποὺ θἄχη ὁ σαστικός.

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Δὲ μοῦ φώναζες τὴ σαστικιὰ ν' ἀρμέξω;…

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Κεῖ στὸ σπήλιο ἀπ' ἄνθια ἔπλεκα καινούρια φορεσιὰ, ζεβγάρια μπαῖναν, ζεβγάρια βγαῖναν… Ὅλος ὁ κόσμος ζεβγαρώθηκε στοὺς σημερινοὺς καιρούς… Γερὰ παιδιὰ θὲ νὰ σᾶς διώξουν μιὰ μέρα Καλλικάντζαροι…

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ναί… κεῖ πέρα στὴν πηγὴ ἦρθαν τὰ παλληκάρια ἀποσταμένα νὰ πιοῦν νερὸ, κ' ἦρθαν κόρες τὰ ροῦχα τους νὰ πλύνουν… Εἶδα πολλὰ καὶ φκαριστήθηκα καὶ ἀπόψε δόστου τρέλλες…

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Κ' ἐγὼ πῶς σοῦ φαίνουμαι; τρελλούτσικος; … Ἔλα νὰ ζεβγαρώσουμε.

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

(Τοῦ δίνει μιὰ χαδεφτική). Χάσου κακομούτσουνε!…

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μὴ μὲ σκανταλίζεις γιατὶ θυμώνω.

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

(Κάνει πῶς φέβγει). Θύμωνε…

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

(Πάει ἀπὸ κοντά της). Ἔλα σὺ πάλε ποὺ τὸ πίστεψες, ἀνάβω μὰ δὲ θυμώνω…

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Πώ! πώ! σκοτάδι κεῖ στὴ χώρα, πόσες κοιμοῦνται στὰ κρεβάτια μοναχὲς καὶ κρυφὰ θ' ἀναστενάζουν…

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Τρέχα τὸ λοιπὸ, τί κάθεσαι;…

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μπὰς καὶ ζηλέβεις;

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ (κοροδεφτικά).

Τί ὄμορφος ποὖσαι;

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Σ' ἀρέσω;

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ἔλα νὰ μοῦ βγάλῃς ἕνα ἀγκάθι ποὺ μοῦ μπῆκε στὸ πόδι.

ΟΙ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ (ὅλοι μαζί).

Ἐγώ… Ἐγώ… Ἐγώ… (Τρέχουν ὅλοι κοντά της).

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ἔ! τί προθυμία… (Στὸν Δ΄ Καλλικάντζαρο). Ἔλα σὺ ὁ πιὸ ἄσκημος.

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Ναὶ ἐγώ… ἀμέσως… (Γονατίζει, πιάνει τὸ πόδι της καὶ τῆς βγάζει τ' ἀγκάθι).

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

(Ρίχτει πονώντας δυνατὴ φωνή). Ἄ!…

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

(Σηκώνεται καὶ τὴν ἀγκαλιάζει μὲ λαγνεία). Ἄχ! Νεραϊδούλα μου…

ΟΙ ΝΕΡΑΪΔΕΣ (ὅλες μαζί).

Χά! χά! χά! γιὰ δὲς ζεβγάρι, ποὖναι τὸ στοιχειὸ νὰ τοὺς βρέξῃ.

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Τώρα σφύριζε καὶ μᾶς καλνοῦσε, ποὖν' το;… ἔ! γέρο, γέρο…

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Τὸ στοιχειό; Χά! χά! χά!

(Στὰ τελεφταῖα λόγια τὸ στοιχειὸ ἔβγαινε σιγὰ, σιγὰ, μέσα ἀπ' τὰ δέντρα, ὥσπου τώρα βρίσκεται κοντά τους).

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Τί γελᾶς μωρέ; Μίλα…

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Πάει νὰ ξεγεννήσῃ στὴ χώρα μιὰ γυναίκα.

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ἀσ' τα τὰ χωρατὰ, κάπου θὰ κρύβεται. Ἔ! παπποῦ, παπποῦ…

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

(Δείχνοντας τάχα μὲ τὰ σωστά του τὸ στοιχειό). Ποιὰ εἶναι τούτη πάλε; Ποῦ βρέθηκε…

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Μωρὲ μιὰ κορασιὰ …. Ποῦθε μᾶς ἦρθε;… Ἔ! λυγερὴ, ποῦ φιλιέσαι;…

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Μίλα, μωρὲ, καὶ δὲν τὴν παίρνουμε τὴ μιλιά σου, χρειαζούμενη εἶναι γιὰ νὰ σέρνῃς πιὸ ἔφκολα στὴν ποδιά σου τὰ παλληκάρια.

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μωρὲ τούτη εἶναι πεντάμορφη… καλὸ φαΐ.

(Τὸ περιτριγυρίζουν ὅλοι οἱ Καλλικαντζάροι καὶ τρίβουν τὰ χέρια τους).

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Χά! χά! χά! εἶναι γιὰ γέλια, τὴ ρωτεφθήκατε, μωρὲ, τὴν τσούπρα.

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Καὶ τί παράξενο, βρὲ χάχα;…

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

(Παίρνει ἄξαφνα σοβαρότητα καὶ τὸ πιάνει ἀπ' τὸ χέρι). Εἶναι δικιά μου ἀφτή… Ἔλα, περδικά μου, πᾶμε στὸ κούφωμα τοῦ δεντροῦ νὰ κοροϊδέψουμε τό Θεό.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

…. (Δίχως νὰ μιλήσῃ κάνει σημάδι νὰ πᾶνε καὶ κάνουν νὰ φύγουν).

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Κυτάζετε μὲ λυγωμένα μάτια, μωρὲ μαγκούφηδες… σκάστε ἀπ' τὴ ζήλεια… Ἔ! δὲν εἶναι γιὰ τὰ δόντια σας ἀφτὸ τὸ φαΐ, σᾶς βαρυστομαχιάζει.

(Τοὺς περιτριγυρίζουν ὅλοι καὶ τοὺς κλείνουν τὸ δρόμο).

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Ἄσε με καὶ μένα νὰ σὲ βοηθήσω.

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Ἔ! κορούλα, τί πᾶς μαζί του; Σοῦ φαίνεται πὼς θὰ γεννήσῃς ἄρχοντα; Καλλικαντζαράκι θὰ κάνῃς…

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μωρὲ, ποῦ τὴν ἅρπαξες; Ποῦ τὴν πέτυχες; Σ' ἀνθότοπους ἔπαιζες σουράβλι;…

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Μωρὲ, πόλεμος γιὰ μιὰ ἀθρώπου γέννα!…

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ἀλλοῖ σ' ἐκεῖνον ποὺ δὲν τὴν ἔχει, δὲν τὴν ξέρει τὴν ὀμορφιά.

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μωρὲ τί πάθατε; Σκοτίστηκε ἡ ματιά σας… Χά! χά! χά!… Ἔ! ἐγὼ σὲ παρατάω τὸ λοιπὸ σὲ τέτιο σαματᾶ ποὺ γίνεται… Πήγαινε μ' ὅποιον ἄλλο θέλεις…

(Τὴν ἀφίνει ἀπ' τὸ χέρι).

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μὲ μένα ἔλα, θὰ σὲ λυγώσω ὅλη τὴ νύχτα ποὺ νὰ σὲ βαρέσῃ ὁ ἥλιος τὴν ἀβγὴ καὶ νὰ σου φανῇ κωλοφωτιά.

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μένα διάλεξε, κάθε χυμὸ γλυκὸ ποὺ τ' ἄνθια ζωντανέβει στὰ χείλια σου θὰ τόνε σταλάξω…

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Γὼ θὰ σοῦ ρουφήξω ὅλο σου τὸ εἶναι καὶ θὰ σοῦ χύσω μέσα σου ὅλη τῶ ρουμανιῶν τὴν ἀντάρα.

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Κ' ἐγὼ σοῦ λέω πὼς θὰ γιομίσουν τὰ σπλάχνα σου ἀπὸ Καλλικαντζαράκια ποὺ νὰ νομίζῃς πὼς γίνεται μέσα σου δαιμονικὸς χορός.

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Τοῦτοι δῶ τὴν πάθαν πιὸ καλὰ ἀπὸ μένα.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ (τάχα μὲ τὰ σωστά του).

Κ' ἐγὼ πάω νὰ πέσω στὸ ποτάμι ζαλισμένη ἀπ' τὸ κακὸ ποὺ γίνεται γιὰ μένα.

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Θάμα ἔγινε καὶ μίλησε, μπάμ!…

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Μὴν πᾶς στὸ ποτάμι γιατὶ θὰ σὲ πιάσῃ ὁ γέρος καὶ θὰ σοῦ γλύψῃ καὶ τὸ τελεφταῖο σου κοκκαλάκι· θὰ γλυτώσῃς ἀπ' τὴ στεριά, θὰ τὸ βρῇς ἀπ' τό νερό.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ (τάχα μὲ τὰ σωστά του).

Τὸ γέρο γὼ τὸν ἀγαπῶ, μαζί του ὁλημερὶς περνάω.

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μωρὲ καὶ δὲ μᾶς ἔλεγε τίποτα, βρὲ τὸ γέρο κολασμένο, τί κρύβει μέσα στὸν ἀπέραντό του νοῦ.

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Νὰ χαθῇ!… ὅλα τὰ θέλει δικά του.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Χά! χά! χά! Πάφτε μὴν πεῖτε κι ἄλλα … λίγο νερὸ ἀξίζει νὰ σᾶς στείλω ὅσο ποῦ νὰ ξυπνῆστε… Βρὲ κοιμόσαστε;… Ε! .. ἐσεῖς Νεράϊδες δὲ μὲ νοιώσατε;… Χνῶτο γεροντικὸ δὲ σᾶς μυρίζει;…

ΝΕΡΑΪΔΕΣ καὶ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ

(Ὅλοι μαζὶ καὶ γελώντας) Χά! χά! χά! ἀγνώριστος, πῶς ἄλλαξες ἔτσι;…

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Σήμερα ποὺ ὅλα στὸν κόσμο ἀλλάζουν, ἀλλάζω κ' ἐγώ.

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Γὼ τὴν ἔπαθα πρῶτος.

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Σὰν πιὸ κουτός

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Μ' ἀποκούτιανες χτὲς βράδι.

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Ἄσε νὰ πασπατέψω λίγο τὸ κορμί σου βρὲ γέρο… μπὰς καὶ γαργαλιέσαι;…

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Ε! ἀφίστε τώρα τὰ χωρατὰ … Τί γίνεται; Τί καινούρια ἀπ' τοὺς ἀθρώπους ποὺ παιδέβονται;…

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Πῆγα καὶ κρυφάκουσα, τοὺς καταφέραν τοὺς μαστόρους ὅλους νἀρθοῦν ἀπόψε καὶ ν' ἀρχίσουν ἄβριο πρωΐ, πρωΐ, τὴ δουλειά… μὰ γιὰ μιὰ μέρα, μονάχα κι ἄν ἡ δούλεψή τους πάει πάλε στὰ χαμένα, θὰ τὸν ἀφίσουν γιὰ πάντα τὸν πρωτομαστοράκο…

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Τίς γυναῖκες τους σὲ πειρασμὸ θὰ πάω νὰ βαλω.

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ὅλη ἡ γενιὰ πρέπει ν' ἀφανιστῇ…

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ κοροδεφτικά.

Ἡ γενιὰ τῶ μεγάλωνε μαστόρων…

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ἡ γενιὰ μὲ τὶς ὄμορφες τὶς κοπελλιὲς·

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Γερὰ παιδιὰ θὲ νὰ σᾶς διώξουν μιὰ μέρα Καλλικάντζαροι. Σᾶς τὄπα, κάντε τώρα ὅ,τι μπορεῖτε, ἔχετε ἀκόμα καιρό…

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Τρεῖς εἴταν, τρεῖς Νεράϊδες ἀπὸ τὰ μᾶς πιὸ ὄμορφες, γυναίκα τὶς ἐγέννησε, γυναίκα κ' ἕνας ἄντρας… κ' οἱ δυὸ ἀθρῶποι εἴντουσαν γιὰ γέννα θεϊκιά…

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Τὸ παλάτι τοῦ βασιλιᾶ τοῦ κοσμοκράτωρα ἐρείπιο…

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Γιοφύρια θὰ μᾶς φτιάξουνε νὰ πᾶνε στὸν οὐρανό.

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ (κοροδεφτικά)

Τὸ γιοφύρι τῆς ἀγάπης κατὰ ποὺ τραβάει; λὲς στὸν οὐρανὸ νὰ φτάνῃ;…

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Κατὰ τὸν ἀφανισμὸ τραβάει…

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Εἶναι ἀλήθεια, ὄμορφη, βρὲ γέρο, ἡ σαστικιά σου;

Γ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Ὅλο καὶ Νεράϊδες κοιλοπονοῦσε ἡ μάννα της;

Δ΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Καὶ κρυφὸ τὄχε καμάρι… Πᾶνε σκορπίσανε κ' ἡ τελεφταία τώρα μηνέσκει…

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Τὸν ἄντρα της μὲ τὰ κάλλη μου τὰ ψέφτικα ἀπόψε θὰ πλανέψω…

Γ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ὡραῖο παγνίδι· πολλὰ 'χεις ἰδωμένα, πολλὰ σκαρφίζεσαι…

Α΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Κορίτσι ποὺ στὴν ἀγκαλιά σου θὰ δεχτῇς; Ἀθρώπου γένα λαχταριστή… Γιὰ δὲς τὶ σοῦ τοιμάζουμε γιὰ τὴ σκουλικιασμένη σου ἀγκαλιά!…

Δ΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Ἡ τρίτη κ' ἡ στερνότερη τοῦ ἀντρός της τοῦ πολυαγαπημένου τὶς λόξες θὰ πλερώσῃ…

Β΄ ΚΑΛΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ

Σὲ λίγο φτάνουν, σὲ κάθε κρυψώνα κ' ἕνας ἀπὸ μᾶς γιὰ νὰ τοὺς ζαλίσουμε, ἀλλοῦ Νεράϊδα, ἀλλοῦ Καλλικάντζαρος, νὰ χάσουν τὸ μυαλό τους, ἄς ἔχουν λιγοστό.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ (κοροδεφτικά)

Κ' ἐγὼ ἀπόψε ἐρωτικὲς κουβέντες θἄχω μὲ τὸν ξακουσμένο πρωτομάστορα…

Α΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Σὲ λίγο πάλε σφύριξέ μας γιὰ τὸ χαλασμὸ καὶ δῶ 'μαστε…

ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Στάχτη ὅλα θἀ γενοῦν, τὰ χέρια ποὺ δουλέβανε ἡ ἀπελπισιὰ θὰ τὰ ἑνώνῃ… ἄβριο ἀπ' ἀρχῆς οἱ μαστοράκοι μας…

Β΄ ΝΕΡΑΪΔΑ

Τώρα καθένας στὴ δουλειά του κ' ἡ χαρὰ πάλε σ' ἐμᾶς…

(Χάνουνται. Ὕστερα ἀπὸ λίγο μπαίνει ὁ Θύμιος).

Πρωτομάστορα! Ἔ! πρωτομάστορα!… (Μιὰ Νεράϊδα κρυμμένη πίσω ἀπ' τὰ δέντρα ἀντιλαλάει).

ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ

Πρωτομάστορα!…

ΘΥΜΙΟΣ

Ποῦσαι πρωτομάστορα;…

ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ

Πρωτομάστορα!…

(Ὁ Θύμιος κυτάει γύρω του φοβισμένος).

ΘΥΜΙΟΣ

Ἔ! πρωτομάστορα! (Παίρνει γλήγορα ἕνα τραγοῦδι γιὰ νὰ μὴν ἀκούσῃ τὸν ἀντίλαλο). Κεῖ στὴν ἀπάνου γειτονιὰ − κεῖ στὴν ἀπάνου ρούγα − Κόρη ξανθὴ εἴταν κ' ἔφανε −Ἔφανε καὶ τραγούδα − …

ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ

Τραγούδα

ΘΥΜΙΟΣ

(Τρομασμένος φωνάζει γλήγορα) Πρωτομάστορα, πρωτομάστορα, πρωτομάστορα.

ΑΝΤΡΕΑΣ (βγαίνοντας).

Ποιός φωνάζει ἔτσι;…

ΘΥΜΙΟΣ

Ἐγὼ, πρωτομάστορά μου, ἔτσι καλὸ νἄχῃς… ἔλα…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Τί ἔπαθες πάλε; τὶς ἴδιες τρομάρες ἔχουμε;…

ΘΥΜΙΟΣ

Μπρὸς βαθὺ καὶ πίσω ρέμα, φοβᾶμαι τὰ δαιμονικά… φοβᾶμαι καὶ σένα ποὖσαι ἄθρωπος, τί νὰ κάνω δὲν ξέρω…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ἔλα λέγε, θὲς τίποτα;…

ΘΥΜΙΟΣ

Ναί, χαιρετίσματα ἀπ' τὴ γυναίκα σου καὶ ἄβριο θὰ ρθῇ πρωῒ, πρωῒ, νὰ δῇ τὴ δουλειὰ ποὺ θ' ἀρχίσῃ, θὰ κάτσῃ καὶ τὸ μεσημέρι νὰ φάῃ μαζί σου.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μωρὲ ἀφτὸ μονάχα;… Τί ἄλλο…

ΘΥΜΙΟΣ

Καὶ τώρα ἔρχεται ὁ Μάστρο Πέτρος, τοὺς κατάφερε.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Τοὺς κατάφερε, γειά σου, ἀφτὸ λέγε μου, ἀφτὸ περιμένω.

ΘΥΜΙΟΣ

Θἀρθοῦν κι ἀφτοὶ νὰ περάσουν δῶ τὴ βραδιά τους γιὰ ν' ἀρχίσου ἄβριο τὸ ταχὺ τὴ δουλειά… μὰ τί νὰ σοῦ πῶ…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ἔ! λέγε…

ΘΥΜΙΟΣ

Ἄν χαλασμὸς πάλε γενῇ, πάλε θὰ σοῦ φύγουνε καὶ γιὰ πάντα τώρα.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ὤ, ὅλο χαλασμοὶ θὰ γίνουνται;… βαρέθηκα πιὰ ν' ἀκούω… θέλουν ἄλλους παράδες ἀκόμα;… Ἄς ἔρθουν καὶ τοὺς φτιάνω γώ.

ΘΥΜΙΟΣ

Τί θὰ τοὺς κάνεις;…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μὴ σὲ νοιάζει, ξέρω γώ…

ΘΥΜΙΟΣ

Καλὰ, ξέρεις, δὲν εἶπα ὄχι… μ' ἄν τύχῃ πάλε καὶ γενῇ πῶς … τὸ λένε … πανηγύρι …

ΑΝΤΡΕΑΣ

Τὶ πανηγύρι λὲς, βρέ,;…

ΘΥΜΙΟΣ

Νά … χαλασμός, δὲν ἤθελα νὰ τὸ πῶ…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ἄ γίνῃ, ἄ γίνῃ … κουράστηκα πιά, ὄχι δὲ θὰ γίνῃ … τὰ δυνατά μου θὰ βάλω … κι ἄ γίνῃ … Ἔ! στὸ διάολο …

[Ἔρχεται ὁ Μάστρο Πέτρος]

ΠΕΤΡΟΣ

Καλησπέρα, πρωτομάστορα.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Καλῶς τὸ μάστρο−Πέτρο.

ΠΕΤΡΟΣ

Τί νυχτιὰ εἶναι ἀπόψε;… Ἀκοῦς στὸ δρόμο ξεφωνητά, γυναίκεια γέλια, μουγκρίσματα, σφυρίγματα, ἀνάριες μουσικές, δίχως νὰ ξέρῃς ποῦ θ' ἔρχονται· λές καὶ βγῆκαν ὅλοι οἱ δαιμόνοι ἀπ' τὴ Κόλαση καὶ τὄχουν ῥίξῃ στὸ ξεφάντωμα… Ἄν δὲν εἶχε καὶ φεγγάρι δὲν ξέρω πὼς θἀρχόμουνα.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Καὶ σὺ, μάστρο−Πέτρο, τώρα τὰ ἴδια σὰν τοὺς ἄλλους;…

ΠΕΤΡΟΣ

Ξέρω καὶ γὼ, δὲν ξέρω τί νὰ σοῦ πῶ… Λές κάποιος γάμος νἄγινε δῶ στὰ τριγύρου χωριὰ καὶ ἀπ' τὸ πιοτὶ καλεσμένοι καὶ καλεσμένες νὰ πῆραν τοὺς δρόμους σκορπώντας τὴ χαρά τους… μπορεῖ… Σοὖπα ποτὲς ἄλλοτες τίποτα τέτιο γιὰ νὰ μὴ τὸ πιστέψῃς;…

ΘΥΜΙΟΣ (Κάνοντας τὸ σταβρό του).

Σ' ἀφτὸ τὸ γάμο δὲν εἴμουν καλεσμένος, δόξα νἄχῃ ὁ Ὕψιστος…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Τἄμαθα καλὰ τὰ πράματα… ἄς λέμε ἔτσι, ἄς ἐλπίζουμε πὼς ἄβριο θὰ χτίσουμε τ' ἀχάλαστο καὶ μεθάβριο πάνου σὲ χτισμένο, καταφρονώντας κάθε ἄλλη δύναμη μὲ τοῦ ἀθρώπου τὴ γνώση… (γελαστὰ) καὶ κάθε στοιχειοῦ ἀντάρα ἄ θέλῃς ἔτσι…

ΠΕΤΡΟΣ

Μὴ μὲ κοροδέβεις μάστρο Ἀντρέα… καὶ γὼ λίγα λόγια ἔχω…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Καλὰ… ὅπως θέλεις… Ἔ! θαρθοῦνε;…

ΠΕΤΡΟΣ

Ναί τώρα ἔφτασαν καὶ ἄβριο πρωΐ πρωΐ τοὺς ξυπνᾶμε γιὰ δουλειά, ἄς ἔχουμ' ἐλπίδα…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Κι ἄ χαθῇ κι ἀφτή;

ΠΕΤΡΟΣ

Ἄς χαθεῖ… κάτι θὰ βρεθῇ… ἔχει ὁ Θεός… Ἔφαγα τὰ λυσακά μου ὡς ποῦ νὰ τοὺς καταφέρω… Φωνάζαν οἱ γυναῖκες, κλαῖγαν τὰ παιδιά, τοὺς εἶπα πὼς θὰ τοὺς δώσουμε περσότερα, τοὺς πλήρωσα μπρὸς κατὰ πὼς μοὖχες πῇ … ἔ! ἐπιτέλους ἵδρωσα… Κι ὅλ' ἀφτὰ γιὰ μιὰ μόνη φορά… ἔ! καὶ τόσο πολὺ εἶναι.

ΑΝΤΡΕΑΣ (Σιγά).

Ξέρεις, πῆγα κεῖ, μοῦ εἶπε πῶς θὰ σκεφτῇ καὶ σήμερα θ' ἀποφασίσῃ… καὶ τότε… ἔ! σώθηκαν πιὰ τὰ ψέματα… (πιὸ δυνατὰ) Σὲ σένα ὅμως τὸ χρωστάω ἄ σταθῇ τὸ γιοφύρι, ἡ μισὴ δόξα εἶναι δικιά σου.

ΠΕΤΡΟΣ

Ὁλότελα δικιά σου εἶναι, γὼ τὴ χαρὰ μονάχα νὰ πάρω ὅτα θὰ δῶ στημένο τὸ γιοφύρι μ' ὅλα τὰ ἐναντιώματα Θεοῦ καὶ ἀθρώπων… καὶ μοῦ φτάνει… ὁ καιρός μου κοντὰ εἶναι…

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ἔχεις καιρὸ κι ἄλλα νὰ δοῦν τὰ μάτια σου.

ΠΕΤΡΟΣ

Τὴν ἀγάπη σου θέλω μονάχα.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ἔ, ἀφτὴ πιά…

ΠΕΤΡΟΣ

Νά, ἔρχουνται…