Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αρχοντοχωριατιά [arxondoxorjatjá] η,
- behavior characteristic of wealthy and boorish peasants, parvenuism (syn αρχοντοχωριατισμός):
- [στη Nάουσα] δεν απάντησα ούτε ξιπασμένη ~ούτε στενοκέφαλη καθυστέρηση (Panagiotop)
[cpd w. χωριατιά]
- behavior characteristic of wealthy and boorish peasants, parvenuism (syn αρχοντοχωριατισμός):