Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρχηχρονιάτικος
1 εγγραφή
αρχηχρονιάτικος, -η, -ο [arçixronjátikos] (sp. also αρχιχρονιάτικος)
:
  • αρχηχρονιάτικα δώρα |
  • ~ τζόγος games of chance played on New Year's Eve

[fr postmed (Somavera) αρχηχρονιάτικος (τα αρχηχρονιάτικα sc δώρα), der of αρχηχρονιά]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες