Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρχηγίδα
1 εγγραφή
αρχηγίδα [arçiyí∂a] η, (L) navy
  • ship that carries the commander of a naval force or serves as his headquarters, flagship (syn ναυαρχίδα):
    • αγκυροβολεί περιμένοντας διαταγές από την ~ των κινηματιών, τον Aβέρωφ (Karagatsis)

[fr kath (neol Koumanoudis) αρχηγίς, der of αρχηγός; cf AG στρατηγίς (Herodot.) & ναῦς στρατηγίς 'flagship' (Thucyd.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες