Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αργεντίνικος
1 εγγραφή
αργεντίνικος, -η, -ο [aryendínikos]
  • of, fr, or relating to Argentina, Argentinian, Argentine (syn αργεντινός):
    • πολλά μου υποσχόταν η επικοινωνία με την αργεντίνικη φιλολογία και τέχνη (Papatsonis)

[der of Aργεντινή w. suff -ικος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες