Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αραβόγλωσσος
1 εγγραφή
αραβόγλωσσος, -η, -ο [aravόγlosos] (L)
  • Arabic-speaking (syn αραβόφωνος2):
    • ~λαός, αραβόγλωσσο κράτος

[fr kath (neol Koumanoudis) αραβόγλωσσος, cpd w. -γλωσσος (: γλώσσα); cf ελληνόγλωσσος, ξενόγλωσσος etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες