Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- απανωσιά [apanosjá] η,
- surface (syn L επιφάνεια):
- περπατούσανε στην ~ της γης (Psichari) |
- οι επιχώσεις αύξησαν την ~ του βράχου (Miliadis) |
- γυρίζει το πρόσωπο προς το γαλάζιο πέλαγο, που το φως τρεμοπαίζει στην ~ του (Myriv)
[der of απάνω w. suff -σιά after nouns in -σιά, der fr verbs, such as πατωσιά, περασιά κλ]
- surface (syn L επιφάνεια):