Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλληλοπαθής
1 εγγραφή
αλληλοπαθής, -ής, -ές [alilopaθís] usu pl αλληλοπαθείς, -είς, -ή
  • influencing one another
  • ⓐ gramm reciprocal:
    • αλληλοπαθείς αντωνυμίες reciprocal pronouns |
    • αλληλοπαθή ρήματα reciprocal verbs

[fr K *ἀλληλοπαθής, cpd w. πάθος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες