Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγραφιώτικος
1 εγγραφή
αγραφιώτικος, -η, -ο [aγrafjótikos]
  • of, or pertaining to, Agrafa:
    • τυρί αγραφιώτικο cheese of Agrafa (cf Άγραφα).
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες