Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- -άκι [áci] το, dimin suff n
- :
- ανθρωπάκι
- 'manikin' (άνθρωπος), αρκουδάκι 'baby bear, teddy-bear' (αρκούδα), αρνάκι 'lambkin' (αρνί), γατάκι 'kitty' (γατί), χεράκι (χέρι), Αννάκι (Άννα), Ελενάκι (Ελένη), Μαράκι (Μαρία) etc
[fr MG -άκιν in nouns such as αυλάκιν, γεράκιν, καμάκιν, ρυάκιν etc ← K αὐλάκιον, ἱεράκιον, καμάκιον, ρυάκιον etc]
- -άκιας [ácjas] ο, suff
- w. derog sense:
- κορτάκιας (κόρτε), τυχεράκιας (τυχερός) etc
[fr nouns such aς γυαλάκιας, νευράκιας, τακουνάκιας,etc, der fr n pl γυαλάκια, νευράκια, τακουνάκια w. ending -ς]
- w. derog sense:
- -άκις [ácis] suff (spelling of) -άκης, q.v.