Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Αγιορείτης ο.
-
- Mοναχός του Aγίου Όρους:
- (Iστ. πολιτ. 6820).
[<τοπων. Άγιον Όρος + κατάλ. ‑ίτης. H λ. τον 11. αι. (LBG), στο Du Cange (λ. ‑αι) και σήμ.]
- Mοναχός του Aγίου Όρους: