Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οκταπόδ
2 εγγραφές [1 - 2]
οκταπόδι(ο)ν το.
  • Χταπόδι:
    • (Ευγ. Γιαννούλη, Επιστ. 20036).

[<ουσ. οκτάπους ‑οδος + κατάλ. ‑ι(ο)ν. Τ. κταπόδι στο Βλάχ. Τ. χταπόδι σήμ. Η λ. σε σχόλ. και στο Du Cange (‑ιον, λ. ‑δη)]

οκταποδίτσι(ν) το.
  • Χταποδάκι:
    • οκταποδίτσια και … καλαμαρίτσια (Προδρ. IV 320).

[<ουσ. οκταπόδι(ο)ν + κατάλ. ‑ίτσι(ν). Τ. χταποδίτσι σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες