Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ξανθογένης
1 εγγραφή
ξανθογένης, επίθ.
  • Που έχει ξανθά γένια:
    • (Ερμον. Δ 323).

[<μτγν.(;) επίθ. ξανθογένειος (Lampe). Τ. ξαθ‑ στο Βλάχ. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες