Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- μπαρμπερείον το· παρπερίον.
-
- Κουρείο:
- επήγεν εις το παρπερείον και … επαρπερεύγετον (Βουστρ. 3129 (έκδ. ‑ίον)).
[<ουσ. μπαρμπέρης + κατάλ. ‑είον. Τ. ‑ειό στο Βλάχ. και ‑ειόν στο Somav. T. παρπερειόν και παρπερκόν σήμ. κυπρ. Τ. περπ‑ σήμ. ποντ. Η λ. σε Σχολ.]
- Κουρείο: