Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- μητραλοίας ο, (Φυσιολ. (Zur.) XVII 37‑8)· μητραλῴας, (Φυσιολ. (Kaim.) 27a5)· μητρολοίας, (Φυσιολ. (Kaim.) 26a4)· μητρολῴας, (Φυσιολ. (Kaim.) 26b4).
-
[αρχ. ουσ. μητραλοίας. Οι τ. ‑λῴ‑ και ‑ολῴ‑ μτγν. Για τον τ. ‑ολοί‑ βλ. Steph.]