Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- κτητόρισσα η.
-
- Iδρύτρια (εκκλησίας, μοναστηριού, κλπ.):
- (Iμπ. 685).
[<ουσ. κτήτωρ + κατάλ. ‑ισσα. H λ. στο Steph.]
- Iδρύτρια (εκκλησίας, μοναστηριού, κλπ.):
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[<ουσ. κτήτωρ + κατάλ. ‑ισσα. H λ. στο Steph.]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |