Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κούκουρον
1 εγγραφή
κούκουρον το.
  • Φαρέτρα:
    • τα κούκουρά του εβάσταινε, το απελατίκι εκράτει (Χρον. Μορ. H 5062).

[<μεσν. λατ. cucurum. Η λ. τον 7. αι.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες