Επιτομή Λεξικού Κριαρά
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- κολοβογράμματα τα.
-
- (Μειωτ.) στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις, κι αυτές μισές:
- (Ευγ. Γιαννούλη, Επιστ. 28010‑1).
[<ουσ. κολλυβογράμματα (βλ. ά.) με παιγνιώδη παρετυμολ. συσχετισμό προς το επίθ. κολοβός]
- (Μειωτ.) στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις, κι αυτές μισές:



