Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κιτρινάδα
1 εγγραφή
κιτρινάδα η.
  • 1) Κιτρινάδα:
    • Εις κιτρινάδα οφθαλμών (Ιατροσ. κώδ. ωιε´).
  • 2) Ίκτερος, χρυσή:
    • (Πεντ. Δευτ. XXVIII 22).

[<επίθ. κίτρινος + κατάλ. άδα. Η λ. στο Βλάχ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες