Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- καρπέτα η.
-
- Μακρύ γυναικείο φόρεμα που καλύπτει το σώμα από τη μέση και κάτω, φούστα:
- (Φορτουν. Ε´ 8).
[<βεν. carpeta. Η λ. στο Somav. και σήμ. με διαφορ. σημασ.]
- Μακρύ γυναικείο φόρεμα που καλύπτει το σώμα από τη μέση και κάτω, φούστα: