Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- καληνωρίζω.
-
- Xαιρετώ:
- εκείνον όπου εκόπιασεν ας τον καληνωρίζου (Eρωτόκρ. E´ 1525).
[<έκφρ. καλήν ώραν + κατάλ. ‑ίζω. H λ. στο Bλάχ. (‑λι‑) και σήμ. ποντ.]
- Xαιρετώ:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[<έκφρ. καλήν ώραν + κατάλ. ‑ίζω. H λ. στο Bλάχ. (‑λι‑) και σήμ. ποντ.]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |