Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κάκητα
1 εγγραφή
κάκητα η.
  • Oργή, θυμός· εχθρότητα:
    • (Pιμ. κόρ. 626), (Xρον. Tόκκων 3283).

[<ουσ. κακία αναλογ. με τα ουσ. σε (ότ)ητα. Η λ. στο Meursius και σήμ. λαϊκ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες