Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: θυμιατίζω
1 εγγραφή
θυμιατίζω.
  • Καίω θυμίαμα (ως θρησκευτική εκδήλωση):
    • Ο προφήτης Ιερεμίας εθυμιάτισεν τον Αλέξανδρον με σμύρνον και λίβανον (Διήγ. Αλ. G 266).

[<ουσ. θυμιατός + κατάλ. ίζω. Η λ. το 10. αι. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες