Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζαρκάδι
1 εγγραφή
ζαρκάδι το· ζαλκάδι.
  • Μικρό ελάφι, ζαρκάδι:
    • (Πεντ. Δευτ. XII 15).

[<παλαιότ. ουσ. ζορκάδιον. Η λ. στο Meursius και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες