Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ζήση η.
-
- Ζωή:
- ανάθεμ’ έτοια ζήση (Ερωτόκρ. Γ´ 223)·
- (μεταφ.):
- Νεράιδα μου ομορφότατη και ζήση της ζωής μου (Φορτουν. Γ´ 463).
[<ζω + κατάλ. ‑ση. Η λ. και σήμ. ιδιωμ.]
- Ζωή: