Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- εμπλαστρώνω.
-
- Τοποθετώ έμπλαστρο:
- φύλλα εψήσας εμπλάστρωσον (Ιατροσόφ. 5621).
[μτγν. εμπλαστρόω (LBG). Τ. μπλαστρώνω σήμ. λαϊκ. (Κριαρ.· βλ. και Πιτυκ., Παπαχριστ., Καραν. Α´ 140). Η λ. στο Βλάχ.]
- Τοποθετώ έμπλαστρο: