Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- διεκδικητής ο.
-
- Υπερασπιστής:
- βοηθός να είμαι και διεκδικητής (Διάτ. Κυπρ. 5076).
[<αόρ. του διεκδικώ + κατάλ. ‑τής. Η λ. τον 6. αι. (L‑S· βλ. και LBG) και σήμ.]
- Υπερασπιστής: