Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- δέησις ‑ση η.
-
- 1) Προσευχή:
- κάμε προσευκή, δέηση στο Θεό μας (Θυσ. 495).
- 2) Αίτηση, παράκληση (γραπτή):
- δεήσεως εγγράφου (Διγ. Gr. 63).
[αρχ. ουσ. δέησις. Η λ. (‑ση) και σήμ.]
- 1) Προσευχή: