Επιτομή Λεξικού Κριαρά
5 εγγραφές [1 - 5] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- γιόμα(ν) το,
- βλ. γεύμα(ν).
- γιοματάρι το.
-
- Βαρέλι γεμάτο κρασί:
- (Κρασοπ. V 73).
[<ουδ. του επιθ. γιομάτος + κατάλ. ‑άρι. Η λ. και σήμ.]
- Βαρέλι γεμάτο κρασί:
- γιοματίζω,
- βλ. γευματίζω.
- γιοματινός, επίθ.,
- βλ. γευματινός.
- γιομάτος, επίθ.,
- βλ. γεμάτος.